Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2023

 

                     Χειμώνανθος

              chimonanthus praecox

  O θάμνος αυτός παίρνει το όνομα του από τον χειμώνα και το άνθος δηλαδή ανθίζει στο χειμώνα και ενώ το λατινικό praecox μεταφράζεται ως πρώιμο, παράγουν τα άνθη του ένα δυνατό και γλυκό άρωμα που θυμίζει αυτό του Υάκινθου και έτσι προκύπτει το όνομα του στην αγγλική γλώσσα   winter sweet δηλαδή γλυκό του χειμώνα.

τα χαρακτηριστικά άνθη του χειμώνανθου κρέμονται στα γυμνά κλαδιά το χειμώνα στη φωτόγραφία το τυπικό είδος με τα εσωτερικά πέταλα να είναι καφέ.

Ιθαγενές των βουνών της Κίνας καλλιεργείται στους κινέζικους κήπους για χίλια χρόνια διαδόθηκε στους   πέρσες μέσω του δρόμου του μεταξιού όπου έγινε δημοφιλές θέμα στην ποίηση πεζογραφία και μουσική λόγω του ισχυρού συμβολισμού του άνθους στον χειμώνα και στις αρχές του 17ου αιώνα στην Ιαπωνία ενώ τον 18 αιώνα έφτασε στην Βρετανία από την Περσία όπου έχει το ποιητικό όνομα Gol Yakh που μεταφράζεται σε άνθος του πάγου δεν είναι διαδεδομένο στη βόρεια Ευρώπη γιατί θέλει ζεστά καλοκαίρια για να ανθίσει άφθονα και ηλιόλουστη θέση για αυτό  το καλλιεργούν διαμορφωμένο όπως οι αχλαδιές σε τοίχο με νότια έκθεση. Εντούτοις σε  ζεστά κλίματα ανθίζει φτωχά οι κατάλληλες κλιματικές ζώνες είναι 7-9 με την 6η  άνθιση να είναι οριακή λόγω του παγετού και να θέλει προστατευμένες θέσεις  και στην 10η (Κρήτη, Ρόδος, Καλαμάτα) να έχει φτωχή άνθηση, θέλει οργανική ουσία στο έδαφος και πότισμα το καλοκαίρι. Ανθίζει μαζί με τα τελευταία φύλλα πριν πέσουν στα ζεστότερα κλίματα Δεκέβριο- Ιανουάριο και στα γυμνά κλαδιά σε πιο κρύα κλίματα μέχρι τον Μάρτιο. Τα κλαδιά κομμένα ανθίζουν στο σπίτι  αφήνοντας ένα από τα ωραιότερα αρώματα του φυτικού βασιλείου. Στην Κίνα και Ιαπωνία συνδέεται με ένα διαδεδομένο δένδρο εκεί το P.mume με το οποίο δεν έχει συγγένεια  το οποίο ανθίζει επίσης λίγο αργότερα στις αρχές της άνοιξης στα γυμνά κλαδιά με άνθη που είναι επίσης αρωματικά και ανθίζει επίσης κομμένο στο σπίτι σε βάζα και είναι συγγενές της βερικοκιάς , στην Ιαπωνία ονομάζεται για αυτό Robai , bai ονομάζεται το  P.mume και Ro σημαίνει κέρινο γιατί έχει χρώμα κεριού. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο όπου τα χαρακτηριστικά το χρώμα η ένταση του αρώματος και ο χρόνος άνθισης δεν μεταδίδονται πιστά  όπου μπορεί να κάνει μέχρι 15 χρόνια για να ανθίσει πιο εύκολη και γρήγορη είναι η αναπαραγωγή του με καταβολάδες από επιλεγμένο θάμνο που ανθίζει με έντονο άρωμα έτσι τα φυτά που προκύπτουν θέλουν 5-8 χρόνια για να ανθίσουν από την φύτευση. Στην Ιαπωνία υπάρχουν τρείς μορφές το   To-Robai  που είναι το grandiflorus που υπάρχει στη δύση με πιο μεγάλα και πιο κίτρινα άνθη , το mangetsu robai όπως και το Soshin robai που μοιάζουν με το luteus που υπάρχει στη δύση και έχει άνθη μόνο κίτρινα χωρίς τα εσωτερικά πέταλα να είναι καφέ όπως είναι στο είδος. Στην Ιαπωνία υπάρχουν πάρκα με χιλιάδες χειμώνανθους που δέχονται πολλούς επισκέπτες την εποχή άνθησης Ιανουάριο -Φεβρουάριο.


      chimonanthus praecox cv luteus με έντονο κίτρινο χρώμα


  Το ελαιόδενδρο και το ελαιόλαδο

   Μύθοι και αλήθειες

 Το ελαιόδενδρο είναι ένα δένδρο που δίνει μεσογειακό τόνο στον κήπο και σε κήπους και σπίτια στην εξοχή δένει με το περιβάλλον, δεν είναι όλες οι ποικιλίες κατάλληλες απο αισθητική άποψη, καλύτερη από τις ελληνικές είναι η ποικιλία καλαμάτας και επιπλέον παράγει και εδώδιμες ελιές που εκτιμούνται διεθνώς και ταιριάζει για κήπο επειδή οι ελιές μπορούν να επεξεργαστούν στο σπίτι εύκολα.

Επειδή η κορωνέικη είναι διαδεδομένη και παράγεται εύκολα η καλαμών είναι αρκετές φορές εμβολιασμένη σε υποκείμενο κορωνέικη με την οποία όμως δεν είναι συμβατή με αποτέλεσμα να υπάρχουν προβλήματα ακαρπίας προτιμήστε ποικιλία καλαμάτας σε συμβατό υποκείμενο.

Το ελαιόδενδρο είναι δένδρο ΦΩΤΟΦΙΛΟ και ΑΣΒΕΣΤΟΦΙΛΟ αυτές τις δύο λέξεις πρέπει να έχει υπόψη του ο ελαιοπαραγωγός, το κλάδεμα πρέπει να εξασφαλίζει το φωτισμό του φυλλώματος και οι αποστάσεις φύτευσης πρέπει να είναι αρκετές για τον άπλετο φωτισμό της κόμης, η ελιά αποδίδει περισσότερο σε εδάφη που είναι άσπρα που αυτό δηλώνει την αφθονία ασβεστίου στο έδαφος, ο ελαιοκαλλιεργητής μπορεί να αυξήσει το ασβέστιο στο έδαφος είτε χρησιμοποιώντας γεωργικό ασβεστόλιθο είτε μαρμαρόσκονη που είναι διαθέσιμη η γύψο που είναι ευρέως διαθέσιμα σαν υλικά για οικοδομές , επίσης λιπάσματα όπως το υπερφωσφορικό   0-21-0 που συστήνονταν παλαιότερα, το λίπασμα αυτό περιέχει κατά το ήμισυ γύψο που είναι θειικό ασβέστιο, άλλη πηγή ασβεστίου είναι επίσης το νιτρικό ασβέστιο.  

Πολλές φορές αναφέρεται ότι η ελιά θέλει κάλιο, όπως έδειξε ισραηλινή έρευνα σε υδροπονία η επίδραση του καλίου σε εδάφη θα πρέπει να αποδοθεί στο ότι κάνει περισσότερο διαθέσιμο το ασβέστιο που υπάρχει στο έδαφος.

Το ελαιόδενδρο αποδίδει περισσότερο με βόριο με μικρές ποσότητες και αυτό γιατί το βόριο μεταφέρει στο φυτό το ασβέστιο, αν όμως δεν υπάρχει αρκετό ασβέστιο στο έδαφος το βόριο δεν μπορεί να βοηθήσει πολύ.

Γράφεται αρκετές φορές ότι παράγουμε το καλύτερο ελαιόλαδο αυτό είναι πολύ μακριά από την αλήθεια, το καλύτερο ελαιόλαδο παράγεται στην Ιταλία και Κροατία, οι αιτίες είναι πολλές για την χαμηλή ποιότητα.

Το ελληνικό ελαιόλαδο που αγοράζουν οι Ιταλοί έμποροι δεν χρησιμοποιείται για να βελτιώσει τα ιταλικά ελαιόλαδα τα οποία πωλούνται σε υψηλότερες τιμές, το ελληνικό όπως και το ισπανικό αγοράζεται από τους Ιταλούς για να καλύψει την Ιταλική κατανάλωση αλλά και την Ευρωπαική με χαμηλότερες τιμές. οι Ιταλοί για παράδειγμα αγοράζουν αγουρέλαιο από Αθηνολιά απο την Λακωνία και δημιουργούν blend με την ισπανική  Αλμπουρκίνα και το ίδιο συμβαίνει με την κορωνέικη από την πελοπόννησο και την κρήτη στο blend υπάρχει και λίγη ιταλική Κορατίνα απο την Απουλία.

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2023

    

                Αγγλοκινέζικος κήπος

               η Jardin Anglo-Chinois 

 Τον 18ο αιώνα μια αλλαγή παρατηρείται στους κήπους στην Αγγλία και πιο συγκεκριμένα οι κήποι αντικαθίστανται από ένα τοπίο που μοιάζει φυσικό αλλά το έχει δημιουργήσει ό άνθρωπος. Αυτό συχνά  αναφέρεται ως πρωτοφανής αλλαγή στην Ευρώπη αποτέλεσμα καινούριων αντιλήψεων και της παρακμής του ancient regime  και οι επιρροές έχουν αναζητηθεί στην ανατολή και πιο συγκεκριμένα στην Κίνα. Δεν ήταν κάτι καινούριο στην Ευρώπη, οι  Ρωμαίοι και οι Βυζαντινοί κατασκεύαζαν κήπους που έμοιαζαν με φυσικά τοπία και το ίδιο φαίνεται ότι συνέβαινε στον ελληνιστικό κόσμο παρά την σπανιότητα των πηγών. ο Ψελλός ο βυζαντινός λόγιος αναφέρει για τον κήπο που δημιούργησε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος  Θ ο  Μονομάχος που είχε μια τεχνητή λίμνη που η χλόη έφτανε μέχρι το νερό και όπου έκανε μπάνιο, ένα μπάνιο που αποδείχθηκε μοιραίο, ο συγγραφέας γράφει ότι ήταν ο αυτοκράτορας που πέθανε εξαιτίας της αγάπης του για τους κήπους. 

Αν και οι κήποι της Κίνας έγιναν γνωστοί από Γάλλους ιεραποστόλους και τις κινέζικες πορσελάνες η επιρροή πρέπει να αναζητηθεί πιο κοντά, η Κίνα ήταν πολύ μακριά, και πιο συγκεκριμένα στην Ιταλία, όπου άνθισε μια τοπιογραφία από Γάλλους ζωγράφους που ζωγράφιζαν όπως ήταν της μόδας στον 17ο αιώνα μυθολογικά θέματα της αρχαίας Ελλάδας, όμως το μυθολογικό θέμα φαινόταν να υποχωρούσε μπροστά στο σκηνικό που ήταν τα φυσικά τοπία της Ιταλίας. Οι τοπιογράφοι αυτοί έγιναν δημοφιλείς από τους πλούσιους συλλέκτες έργων  και τα έργα τους βρίσκονται σήμερα στη Αγγλία, η Ιταλία είχε όμως και άλλο τρόπο να επηρεάσει τον 18ο αιώνα, για τους πλούσιους Άγγλους ένα ταξίδι στην Ιταλία την χώρα της τέχνης ήταν συνηθισμένο, στην Ιταλία συνήθιζαν να κατασκευάζουν επαύλεις σε υψώματα που είχαν θέα και βρίσκονταν μέσα σε φυσικά τοπία χωρίς να έχουν κήπους, οι Άγγλοι εντυπωσιάζονταν από τα φυσικά τοπία αλλά και τις επαύλεις χωρίς κήπο.

Στην Αγγλία εκδόθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα ένα βιβλίο με θέμα την αρχιτεκτονική που είχε εικονογράφηση πίνακες με επαύλεις που βρίσκονταν μέσα σε φυσικά τοπία, οι επαύλεις αυτές βρίσκονταν στην Ιταλία και ο τίτλος του βιβλίου θα δώσει το όνομα του αργότερα σε ένα επάγγελμα, ο τίτλος ήταν landscape architecture.

Έτσι στην Αγγλία έγινε της μόδας να καταργούν τους κήπους γύρω από τις επαύλεις με ένα τοπίο που έμοιαζε φυσικό, αυτό επικρίθηκε αργότερα από τον τελευταίο εκπρόσωπο της τάσης ότι δεν ταιριάζει να βόσκουν αγελάδες έξω από τα παράθυρα μιας έπαυλης και οι κήποι άρχισαν να επιστρέφουν όμως για τους μιμητές του αγγλικού στύλ στην ηπειρωτική Ευρώπη παράμεινε και στα μέσα του 19ου αιώνα. Οι Ιταλοί είχαν τις επαύλεις σε φυσικά τοπία οι Άγγλοι είχαν βοσκοτόπους στους οποίους προσπαθούσαν να δημιουργήσουν μια αίσθηση φυσικού τοπίου.

Βασική επιδίωξη των σχεδιαστών ήταν να αναδείξουν το μέγεθος και την αξία της ιδιοκτησίας γιατί η κοινωνική θέση στη Αγγλία του 18ου αιώνα εξαρτιόταν από το μέγεθος και την αξία της  ιδιοκτησίας  γης και να εντυπωσιάσουν τους επισκέπτες που έρχονταν με άμαξα, οι δρόμοι ήταν καμπυλόγραμμοι για να μπορούν να στρίψουν οι άμαξες και έπρεπε να αναδεικνύουν  τη θέα της έπαυλης από μακριά, οι δενδροστοιχίες που είχαν φυτευτεί παλαιότερα έπρεπε να απομακρυνθούν γιατί εμπόδιζαν τη θέα της έπαυλης που ήταν πρωταρχικό μέλημα των σχεδιαστών τα δέντρα έπρεπε να πλαισιώνουν το σπίτι και όχι να το κρύβουν, οι λίμνες ήταν απαραίτητες για την αποστράγγιση των εδαφών που βελτίωναν  την παραγωγική αξία της γης, πολιτικά υπήρξε πλήρης επικράτηση του κόμματος των ουίγων  που είχαν την προέλευση στους προτεστάντες αντιβασιλικούς που είχαν καταστρέψει τους περισσότερους γεωμετρικούς κήπους στη διάρκεια του εμφυλίου γιατί οτιδήποτε δεν ήταν παραγωγικό, δεν έβγαζε χρήματα ήταν αμαρτία, το σύνθημα της εποχής ήταν βελτίωση που σήμαινε περισσότερα χρήματα και οι σχεδιαστές τοπίου ( landascape garderner)  όπως ονομάστηκαν ήταν συνήθως εγγειοβελτιωτές όπως ο πιο διάσημος ο  capability Brown, και ονομάστηκε έτσι γιατί στις συναντήσεις του με τους πελάτες έλεγε ότι το τοπίο έχει δυνατότητα να βελτιωθεί, μερικές φορές έπρεπε να μετακινηθεί ένα χωριό που χάλαγε τη θέα, έτσι κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα δημιουργήθηκαν οι μεγάλοι άδειοι χώροι που ονομάζονται αγγλικοί κήποι και είναι βοσκοτόπια για πρόβατα με διάσπαρτες συστάδες δέντρων που ήθελε το καινούριο στύλ και ήταν δέντρα που είχαν χρησιμότητα για την ξυλεία τους, οι άδειοι αυτοί χώροι προυπήρχαν με την στροφή προς την προβατοτροφία και την περίφραξη των ιδιοκτησιών που έκανε δύσκολη την επιβίωση των χωριών από ακτήμονες αγρότες.  

 Σε ένα γαλλικό βιβλίο με τίτλο Le Jardin Anglo-Chinois (1770) γράφεται ότι ο καθένας γνωρίζει ότι ο αγγλικός κήπος είναι απλώς αντιγραφή του κινέζικου, ήταν μια διαδεδομένη αντίληψη στη Γαλλία γιατί ο κινέζικος κήπος υπήρχε για χιλιετίες ενώ ο αγγλικός  μόνο για μερικές δεκαετίες. 


Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2023

                                  Ιαπωνικοί κήποι.

          
                         Οι ιαπωνικοί κήποι έχουν μια παράδοση μεγαλύτερη της χιλιετίας. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η συστολή του χώρου,
μέσα στον κήπο υπάρχουν λίμνες,  νησάκια, γέφυρες, ρέματα καταρράκτες, βουνά , λόφοι, ψάρια αυτό δίνει στον κήπο ένα παιδικό χαρακτήρα αν και αναφέρεται ότι το χαρακτηριστικό τους είναι η φυσικότητα διαφέρει τελείως από τον νατουραλισμό των ευρωπαίων, ο κήπος αυτός δεν μπορεί να περάσει σαν φυσικό τοπίο και δεν έχει αυτή την πρόθεση και στηρίζεται  σε ειδικά κλαδέματα διαφορετικά για πεύκα για φυλλοβόλα δένδρα όπως οι ιαπωνικοί σφένδαμοι και οι αειθαλείς θάμνοι όπως οι αζαλέες.  
 Η Ιαπωνία ήταν μια χώρα κλειστή στον έξω κόσμο και ανοίχτηκε στον έξω κόσμο μετά το 1860 όταν ο αμερικάνικος στόλος απαίτησε με τη δύναμη των όπλων το άνοιγμα της χώρας στο διεθνές εμπόριο, θα ήταν προτιμότερο για τους Αμερικανούς να αφήσουν τους Ιάπωνες στον απομονωτισμό τους την ειρήνη τους και τους κήπους τους γιατί ακολούθησε μια ιμπεριαλιστική περίοδος που έφερε τις δύο χώρες σε πόλεμο, εν τω μεταξύ μέσω της διπλωματίας των κήπων οι Ιάπωνες είχαν διαδώσει την τέχνη τους των κήπων διεθνώς αυτό έγινε μέσω των διεθνών εκθέσεων στις οποίες η ιαπωνική συμμετοχή περιείχε και ένα ιαπωνικό κήπο, έτσι έγιναν δημοφιλείς στις αρχές του 20 αιώνα στη δύση και δημιουργήθηκαν αρκετοί από Ιάπωνες που έγιναν δημοφιλείς,  ο πόλεμος έκανε τους κήπους αυτούς να γίνουν εκτός μόδας και να εγκαταλειφθούν. Η μόδα των ιαπωνικών κήπων έφτασε και στην Ελλάδα, στον εθνικό κήπο υπάρχει μια λίμνη με βραχώδεις ακτές ξύλινη γέφυρα  και ένα νησάκι, η ιαπωνική επιρροή είναι εμφανής όπως επίσης και σε μια δεξαμενή με υδρόβιες χελώνες. Ένα πιο εντυπωσιακό δείγμα ιαπωνικής επιρροής υπάρχει στη πρώην βασιλική ιδιοκτησία που βρίσκεται στο δήμο Ιλίου υπάρχει εκεί ένα σύμπλεγμα από νησάκια σε μια λίμνη που συνδέονται με ξύλινες γέφυρες ενώ την περιοχή διασχίζει ένας μικρός σιδηρόδρομος, ο πρώτος κήπος όμως που ονομάστηκε ιαπωνικός στην Ελλάδα δημιουργήθηκε πρόσφατα στο Πάρκο στο Παγκράτι  ακολουθώντας την διπλωματία των κήπων μια ιαπωνική εταιρεία χρηματοδότησε το έργο υπό την αιγίδα της ιαπωνικής πρεσβείας, το έργο δεν σχεδίασε Ιάπωνας αλλά το γραφείο του αρχιτέκτονα τοπίου Α. Σκορδίλη  που σχεδίασε επίσης τον κήπο στο αρχαιολογικό μουσείο.
 Ο πιο διάσημος ιαπωνικός κήπος εκτός Ιαπωνίας είναι ο ιαπωνικός κήπος στο Πόρτλαντ στο Όρεγκον  της Αμερικής

ένας καταρράκτης στον ιαπωνικό κήπο του Πόρτλαντ



  
            
Μια παραδοσιακή γέφυρα ιαπωνικού κήπου στο Πόρτλαντ


Αυτές οι γέφυρες κοσμούν τους ιαπωνικούς κήπους και δίνουν ωραία θέα στη λίμνη και στη βλάστηση που περιβάλλει την λίμνη.
Υπάρχουν όμως και άλλες γέφυρες που βρίσκονται σε τεθλασμένη γραμμή , δίπλα σε ίριδες και ψάρια koi.


Αυτές οι γέφυρες δείχνουν πόσο συνδεδεμένες είναι οι τέχνες της ποίησης  της ζωγραφικής και των κήπων.
Αναπαριστούν μια σκηνή από ένα ποίημα που ο ήρωας  θρηνεί και τοποθετείται σε μια γέφυρα δίπλα σε ίριδες, η σκηνή αυτή ήταν θέμα για ζωγράφους  και αναπαράγεται και από τον σχεδιαστή κήπου. 
Το ποίημα αυτό γράφτηκε μια χιλιετία περίπου από σήμερα.  
Τα πέτρινα φανάρια είναι επίσης ένα διακοσμητικό στοιχείο στους Ιαπωνικούς κήπους.
Τα βρύα καλύπτουν το έδαφος,  βράχους, αλλά και τα πέτρινα φανάρια , η κάλυψη με βρύα και λειχήνες δίνει την αίσθηση του πράσινου μαζί με αειθαλείς θάμνους κλαδεμένους σε σχήματα kamamono και o-korikomi.
 


 




 






Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020



                   ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΛΕΒΑΝΤΕΣ
  ΓΑΛΛΙΚΕΣ,  ΙΣΠΑΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ
     Ένα από τα παράπονα που ακούω πιο συχνά από τότε που ασχολούμαι με κήπους είναι για τη λεβάντα: Η λεβάντα μου δεν έχει την σωστή μυρωδιά μου λένε φίλοι και γνωστοί και έχουν δίκιο.
Η λεβάντα τους δεν έχει τη σωστή μυρωδιά, αυτήν που περιμένουν, και αυτό επειδή δεν είναι η σωστή λεβάντα.
Διαβάζουμε από την Καλή Δοξιάδη στο Botanistas.gr.
  Στην ανάρτηση με τίτλο english lavender ασχοληθήκαμε με τις λεβάντες που έχουν τη σωστή μυρωδιά, αυτές που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αιθέριων ελαίων λεβάντας, την λεβάντα την στενόφυλλη ( lavandula angustifolia) την λεβάντα την πλατύφυλλη ( lavandula latifolia) και την ενδιάμεση τους (lavandula x intermedia).Η παρούσα ανάρτηση ασχολείται με τις άλλες λεβάντες που βρίσκουμε στα φυτώρια και πωλούνται αδιακρίτως όλες με το ίδιο όνομα, λεβάντα.
 Στην Ανδαλουσία, σε μια περιοχή γύρω από την Γρανάδα βρίσκεται αυτοφυής μια λεβάντα με γκρι και χνουδωτά φύλλα, είναι η λεβάντα η εριώδης (lavandula lanata),δεν είναι ανθεκτική στο κρύο και στην υγρασία αλλά έχει εξαιρετική εμφάνιση φυλλώματος γκρίζου χρώματος απαλής υφής.


Έτσι μοιάζει η Lavandula lanata στο φυτώριο.
Το ωραίο χρώμα του φυλλώματος της αλλά και η έλλειψη ανθεκτικότητας ήταν το κίνητρο για την διασταύρωση της με την αγγλική λεβάντα, αυτή η προσπάθεια ξεκίνησε στους βοτανικούς κήπους του Kew στη Βρετανία τη δεκαετία του 80 με αποτέλεσμα την Lavandula x Chaytoriae Richard Gray, (προς τιμή της βοτανολόγου των κήπων kew,  Dorothy Chaytor που το 1937 δημοσίευσε μια μονογραφία για την λεβάντα), με γκρί φύλλωμα και εντυπωσιακή ανθοφορία αλλά και προς τιμή  του Richard Gray που εργάστηκε στο πρόγραμμα δημιουργίας αυτής της ποικιλίας. Ακολούθησαν και άλλες ποικιλίες από διασταυρώσεις που έγιναν σε διάφορα φυτώρια με αποτέλεσμα να γίνουν  πολλές ποικιλίες όπως Ana Luisa, Andreas, Gorgeous, Jennifer, Joan Head, Silver Frost(Kathleen Elizabeth),  Lisa Marie, Sawyers(Connard Blue), Silver sands. Όλες έχουν γκρίζο φύλλωμα αλλά καλύτερη ανθεκτικότητα στο κρύο και την υγρασία αλλά και ωραία ανθοφορία.
Lavandula x Chaytoriae Silver sands με ανθοφορία.
 Η λεβάντα που βρίσκουμε περισσότερο στα φυτώρια στην Ελλάδα βρέθηκε ως σπορόφυτο σε ένα φυτώριο που ιδρύθηκε το 1977 από τον Jim και Dotii Becker,  που ειδικεύεται σε φυτά που μπορούν να παράγουν αποξηραμένα λουλούδια ανάμεσα στα άλλα και στις λεβάντες, στο Goodwin Creek Nusery στο Williams  του Όρεγκον στην Αμερική το 1991. Το μητρικό φυτό ήταν ένα Lavandula dentata  και το πατρικό φυτό ένα lavandula lanata.Το φυτό ονομάστηκε  Lavandula x ginginsii Goodwin Creek grey προς τιμή του Jean Gingins  Ελβετού βοτανολόγου και είναι σήμερα το πιο διαδεδομένο στους κήπους και στα φυτώρια στην Ελλάδα. Η γρήγορη ανάπτυξη του το έκανε φυτό για κουρεμένες μπορντούρες για το οποίο δεν είναι κατάλληλο γιατί όπως όλες οι λεβάντες θέλει διαφορετικό κούρεμα. Η ανθοφορία του δεν είναι εντυπωσιακή τα λουλούδια δεν μυρίζουν αλλά το φύλλωμα του έχει μια έντονη οσμή καμφοράς και είναι πολύ διακοσμητικό και γκρίζο. Αναπτύσσεται γρήγορα και μεγαλώνει πολύ και αυτό είναι ο λόγος της διάδοσης του παράλληλα με την αντοχή του στη ζέστη και την ξηρασία. 
Goowin Creek Grey Lavender

Το πολύ διακοσμητικό του φύλλωμα
     Μια άλλη λεβάντα που πουλιέται είναι η Lavandula dentata που υπάρχει κυρίως στην Ισπανία και το Μαρόκο και λέγεται γαλλική λεβάντα στη Β. Αμερική, είναι ανθεκτική στη ζέστη και τη ξηρασία και ανθίζει πολλές φορές χωρίς εντυπωσιακή ανθοφορία και άρωμα στο άνθος, είναι το φύλλωμα που μυρίζει. Τα φύλλα είναι οδοντωτά και όπως δηλώνει και το όνομα (dentata στα λατινικά σημαίνει οδοντωτό) και υπάρχει σε πράσινο χρώμα φυλλώματος η σε γκρίζο.
lavandula dendata
Το ίδιο διαδεδομένη με αυτή είναι μια λεβάντα με χαρακτηριστική ανθοφορία. Η λεβάντα Lavandula stoechas είναι αυτοφυής και ιθαγενής στην Ελλάδα όπως σε όλη την μεσόγειο και φύεται κοντά στην θάλασσα μέχρι τα 600 μέτρα. Ονομάζεται γαλλική λεβάντα στην Βρετανία γιατί καλλιεργείται στη Γαλλία αλλά είναι ευαίσθητη στο κρύο το χειμώνα για τη Βρετανία και απαιτεί  προστατευμένο σημείο η καλλιέργεια σε γλάστρα.  
Αυτοφυής σε όλη τη μεσόγειο η Lavandula stoechas
Στην Αμερική , Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία ονομάζεται ισπανική και έχουν δημιουργηθεί πολλές ποικιλίες ιδίως στην Αυστραλία. Είναι η ιδανική ποικιλία για παραθαλάσσιες  περιοχές στην Ελλάδα καθώς είναι ανθεκτική στη θάλασσα την ξηρασία και την ζέστη.

Η ποικιλία Princess μία από τις καλύτερες από την Αυστραλία.
Μια άλλη λεβάντα ευαίσθητη στο κρύο από τη νήσο  μαδέρα και τις κανάριους νήσους αλλά πολύ όμορφη είναι η Lavandula  pinnata.Αυτή είχε φυτευτεί σε μεγάλους αριθμούς στο μεσογειακό κήπο με το όνομα ελαιώνας του συμπλέγματος εθνικής λυρικής και βιβλιοθήκης δίνοντας εντυπωσιακή εικόνα αλλά το δεύτερο χρόνο είχε εξαφανιστεί αφήνοντας μεγάλα κενά.
πολύ ωραία αλλά ευαίσθητη κατάλληλη για ζώνη 10.


Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019

    

                        CHARMILLE

                   Ο ΚΟΙΝΟΣ  ΚΑΡΠΙΝΟΣ

                            Carpinus betulus

                                Καρπίνος βετουλοειδής

       Ο κοινός καρπίνος ονομάζεται έτσι στην Ευρώπη ενω στην Βόρεια Αμερική ονομάζεται ευρωπαικός καθώς υπάρχει αυτόχθονος καρπίνος και εκεί,αυτοφύεται απο τα πυρηναία μέχρι την νότια Σουηδία στο Βορρά και μέχρι τον Καύκασο και το Ιράν στα ανατολικά.
Ο κοινός καρπίνος έχει σφαιρικό σχήμα κόμης σε ανοικτό χώρο.



Τα δένδρα αυτά φτάνουν τα 200 χρόνια  και φτάνουν μέχρι 20 μέτρα σε ύψος και μερικές φορές τα 30 μέτρα και βρίσκονται μαζί με βαλανιδιές  η οξιές σε πεδινά δάση στην Ευρώπη και είναι πολύ διαδεδομένα απο την επιφάνεια της Θάλασσας μέχρι 1000 μέτρα στις δυτικές άλπεις, στην Γαλλία είναι το τρίτο πλατύφυλλο δένδρο μετά την οξυά και την βελανιδιά.Απαιτεί υγρά εδάφη και  νοτιότερα αρχίζει να αραιώνει η εμφάνιση του ενω ταυτόχρονα ανεβαίνει σε υψόμετρο για παράδειγμα στην Ελλάδα δεν  απαντάται  νοτιότερα απο την φθοιώτιδα και σε υψόμετρο 500-1400 μέτρων ενώ φθάνει μεχρι 1800 μέτρα στο Ιράν. Σε μεσογειακό κλίμα στο επίππεδο της θάλασσας θέλει αρκετά ποτίσματα για να διατηρηθούν πράσινα τα φύλλα το καλοκαίρι και να μην πέσουν πρόωρα. Όμως δεν είναι ο μοναδικός αυτόχθονος καρπίνος στην Ευρώπη καθώς υπάρχει και ο ανατολικός καρπίνος (Carpinus orientalis) που δεν έχει την ίδια ευρεία διάδοση, είναι διαδεδομένος στην νοτιανατολική Ευρώπη, στην Ελλάδα απαντάται σε υψόμετρο 200 - 1400 μέτρων σε όλη την ηπειρωτική χώρα αλλά και σε νησιά στο Βόρειο Αιγαίο και αντέχει περισσότερο σε ζεστό κλίμα και ξηρά εδάφη και είναι μικρότερος με πιο αργή ανάπτυξη συνήθως θάμνος η μικρό δένδρο και δεν χρησιμοποείται  σε κήπους και πάρκα.


Τα χαρακτηριστικά οδωντωτά φύλλα με ανάγλυφες νευρώσεις του κοινού Καρπίνου
Τα φύλλα του Καρπίνου έχουν ανάγλυφες νευρώσεις και οδοντωτά άκρα.Γίνονται κίτρινα το φθινόπωρο και μπορεί να μείνουν στο δέντρο ξερά για αρκετό διάστημα το χειμώνα όπως στις βελανιδιές και στίς οξυές.Ο φλοιός ειναι λείος όπως στις οξυές και ξεχωρίζει από αυτές από τα οδοντωτά του φύλλα.Οι καρποί του είναι χαρακτηριστικοί του γένους.
Οι καρποί του κοινού καρπίνου

      
Carpinus betulus το φθινόπωρο


Ο ευρωπαικός καρπίνος το χειμώνα διατηρεί αρκετά από τα καστανά φύλλα του πριν μείνει τελείως γυμνός και έχουν ωραίο χρώμα.

Η οξιά  συνήθως προτιμείται στην Βόρεια Ευρώπη για την δημιουργία φυτικών φραχτών από φυλλοβόλα, όμως η οξιά δεν αντέχει σε υγρά εδάφη η αργιλλικά που αντέχει ο καρπίνος,Νοτιότερα ο καρπίνος είναι πιο κατάλληλος λόγω της ευπάθειας της οξυάς στην ξηρασία ενω ακόμη νοτιότερα σε μεσογειακό κλίμα και ο καρπίνος είναι ακατάλληλος γιατί χρειάζεται πολλά ποτίσματα.
Τα σπορόφυτα του είδους χρησιμοποιούνται για την δημιουργία φυτικών φραχτών την κατασκευή σχημάτων καθώς είναι φθηνότερα και διατηρούν το φύλλωμα τους και το χειμώνα.Οι κλωνικές επιλογές που υπήρχαν πριν τον 19ο αιώνα ήταν η incisa που ήταν γνωστή πριν το 1789 από την Βρετανία , η variegata πριν το 1770 απο την Βρετανία, και η quercifolia πριν το 1783 απο την Γερμανία ενώ πριν το 1850 περίπου εμφανίστηκε η pendula απο την Γαλλία.

Για δενδροστοιχίες ελεύθερου σχήματος και μεμονωμένα δέντρα χρησιμοποιούνται κλωνικές επιλογές , από τις οποίες η πιο διαδεδομένη είναι η Fastigiata που υπηρχε πριν το 1883 που αναφέρθηκε πρώτη φορά απο τον G.Nicholson του βοτανικού κήπου Kew και είναι  ένα από τα καλύτερα δένδρα για δεδροστοιχίες σε πάρκα και είναι κατάλληλο και για μεμονωμένη φύτευση σε πάρκα όχι όμως σε στενά πεζοδρόμια σε πόλεις λόγω πλατιάς κόμης όταν μεγαλώνει που δεν είναι καθόλου fastigiate. Εάν ένα φυτώριο πουλάει καρπίνο τότε σχεδόν σίγουρα διαθέτει την fastigiata η όπως αλλιώς λέγεται Pyramidalis και πολλές φορές ειναι ο μόνος καρπίνος που διατίθεται όπως συμβαίνει στα φυτώρια στην Ελλάδα.Είναι ένα δένδρο με πιο πυκνό φύλλωμα από το είδος που έχει σχεδόν γεωμετρικό σχήμα χωρίς να κλαδεύεται, έχει ωραίο σχήμα σταγόνας όταν είναι νεαρό για να γίνει οβάλ όταν μεγαλώσει και να γίνει τελικά πυραμιδοειδές, χωρίς κυριαρχία κεντρικού στελέχους με φρέσκο πράσινο φύλλωμα την άνοιξη και κίτρινο το φθινόπωρο, τα φύλλα όμως δεν διατηρούνται το χειμώνα όπως συμβαίνει στα σπορόφυτα του είδους για αυτό δεν είναι κατάλληλο για φυτικούς φράχτες.Εμβολιάζεται συνήθως σε σπορόφυτα του είδους και μπορεί να παραχτεί και με σκληρά μοσχεύματα.

carpinus betulus fastigiata σε φυτώριο

Ο καρπίνος βρήκε στον κήπο τη μεγαλύτερη χρήση τον 17ο αιώνα την εποχή του μπαρόκ στη Γαλλία και συνδέθηκε κυρίως  με  ενα κλάδεμα διαμόρφωσης των βραχιόνων του σε ένα κατακόρυφο επίππεδο που επιτρέπει τον περιορισμό της κόμης σε πλάτος  χωρίς να χάνει σε πυκνότητα η κόμη , το φύλλωμα της κόμης παραμένει  πυκνό και μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο σε δενδροστοιχίες όσο και σε φράχτες ταιριάζει για αυτό το σκοπό λόγω της ανθεκτικότητας στο κλάδεμα και του πυκνού φυλλώματος αλλά και λόγω της  διατήρησης των φύλλων και το χειμώνα.Στη Γαλλία ο καρπίνος ονομάζεται charme και η σειρά από καρπίνους ονομάζεται charmille εννοώντας έτσι συνήθως ένα φράχτη απο καρπίνους.Χρησιμοποιηθηκε απο παλιά για αγροτικούς φράχτες αδιαπέραστους, είναι χαρακτηριστικό οτι στά ολλανδικά ονομάζεται Haagbeuk που σημαίνει οξυά για φράκτες, Haag ειναι φράχτης και beuk ειναι οξυά. Στις Βερσαλλίες στο δάσος που χρησιμοποείτο για κυνήγι απο τους  βασιλιάδες της Γαλλίας κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα διαμορφώθηκε ένα πλέγμα απο λεωφόρους  με δενδροστοιχίες φτελιάς και ιπποκαστανιάς ενώ τα αλσύλια που δημιουργήθηκαν έτσι απόκτησαν φυτικούς φράχτες απο καρπίνους διαμορφωμένους σε κατακόρυφο επίπεδο ετσι ώστε να μην έχουν μεγάλο πλάτος ενώ κλαδεύονταν κατακόρυφα. Ο καρπίνος χρησιμοποιήθηκε επίσης για σκεπαστές δεδροστοιχίες διαμορφωμένος πάνω σε αψίδα και ονομάζεται berceau de charmille όπως επίσης για λαβυρίνθους που ήταν δημοφιλείς την εποχή εκείνη σαν παιχνίδι,οι φράχτες ήταν ψηλοί ώστε να μην υπάρχει ορατότητα και σχετικά στενοί ώστε να υπάρχουν μεγάλες διαδρομές σε μικρό χώρο ενώ υπήρχαν και αδιέξοδες διαδρομές που δυσκόλευαν τους παίχτες που έπρεπε να φτάσουν στο κέντρο που βρισκόταν ένα ανυψωμένο κιόσκι, και ονομάζονταν maze de charmille.Στον κήπο του παλατιού Het loo  στην Ολλανδία έγινε ανακατασκευή με βάση τα παλιά σχέδια του 18ου αιωνα και δημιουργήθηκε και berceau de charmille αλλα και maze de charmille.Σε αψίδες απο ξύλο βαλανιδιάς αναπτύχθηκαν καρπίνοι που κλαδεύονται αρκετά ώστε να υπάρχει διάχυτο φως εσωτερικά ενώ υπάρχουν και παράθυρα.
Berceau de charmille εξωτερικά στο Het Loo
Berceau de charmille εσωτερικα στο Het Loo.
εύκολος λαβύρινθος maze de charmille στο Villandry
Allee de charmille, αλέα απο καρπίνους.
Αλέα απο καρπίνους με allium απο κάτω πλαισιωμένους από πυξάρι, με μικρό πλάτος κόμης που επιτρέπει το φωτισμό.

Εκτός από τους φυτικούς φράχτες είναι επίσης κατάλληλος για την διαμόρφωση στερεών σχημάτων όπως κύλινδρος, πυραμίδα και για  κλαδεμένες δεντροστοιχίες σε μια εποχή που τα φυτικά σχήματα έχουν επιστρέψει στη μόδα τις τελευταίες δεκαετίες.Οι κλαδεμένες δεντροστοιχίες μπορεί να προέρχονται απο δέντρα που έχουν υποστεί κλάδεμα διαμόρφωσης στο φυτώριο που επιτρέπει τον περιορισμό του πλάτους της κόμης,αν και η κόμη παραμένει πυκνή, μέσα σε συγκεκριμένες διαστάσεις κάτι που έχει σημασία για την εξοικονόμηση χώρου σε αστικές περιοχές,την απόκρυψη θέας και τον φωτισμό των φυτών που φυτεύονται από κάτω.
Αλέα απο καρπίνους σε περιορισμένο χώρο με μικρό πλάτος κόμης  που επιτρέπει και την φύτευση απο κάτω γιατι δεν κρύβει το φώς.

Διπλή δενδροστοιχία  με μικρό πλάτος στο Dumbartonoaks
Κλάδεμα διαμόρφωσης για περιορισμό του πλάτους της κόμης σε δένδρο καρπίνου σε φυτώριο.





Κύλινδροι carpinus betulus σε φυτώριο
Για την δημιουργία  φυλλοβόλλων φυτικών φράχτων στην βόρεια Eυρώπη ανταγωνίζεται την δημοφιλέστερη οξυά,και ο καρπίνος και η οξιά διατηρούν τα καστανά ξερά φύλλα το χειμώνα αλλά η οξιά είναι πιο αξιόπιστη σε αυτό το χαρακτηριστικό καθώς διατηρεί τα νεκρά φύλλα μέχρι να βγούν τα καινούρια ενώ ο καρπίνος τα διατηρεί λιγότερο και αυτό εξαρτάται απο τον καιρό και το κλάδεμα.
Carpinus betulus fastigiata σε φυτώριο το φθινόπωρο.

Carpinus betulus fastigiata την άνοιξη, είναι χαρακτηριστική η έλλειψη κυρίαρχου κεντρικού στελέχους


Carpinus betulus fastigiata  το χειμώνα πολλά και χονδρά κλαδιά
Δένδρα carpinus betulus fastigiata σε αστικό πάρκο στην Βόρεια Αμερική,ένα αρχιτεκτονικό δένδρο.
            Η εμφάνιση του δέντρου σε νεαρή ηλικία παραπλανεί καθώς το δένδρο γίνεται αρκετά μεγάλο και πλατύ.Φθάνει τα 15-18 μετρα σε ύψος και  μέχρι τα 12 σε πλάτος. 
Όπως φαίνεται και από τις φωτογραφίες ο καρπίνος είναι κατάλληλος για δενδροστοιχίες όπου υπάρχει ο χώρος όπως σε πάρκα καθώς είναι ανθεκτικός στις ασθένειες και δεν υπάρχουν απώλειες δένδρων, μπορεί να περιοριστεί όμως με κλάδεμα που ανέχεται πολύ καλά.
Αλέα απο Fastigiata στην Ιταλία στο Castello di Venaria





Μια άλλη κλωνική επιλογή που μοιάζει λίγο με το fastigiata είναι ο Carpinus betulus Columnaris εμφανίστηκε το 1891 στα φυτώρια Spath  στη Γερμανία και περιγράφηκε απο τον ludwig Beissner, είναι μικρότερος με πολύ αργή ανάπτυξη  με στενό ωοειδές σχήμα όταν είναι νεαρό  που πλαταίνει αργότερα και τελικό ύψος μέχρι 8 μέτρα με πλάτος μεχρι 4 μέτρα. Λόγω της αργής του αναπτυξης δεν διαδόθηκε πολύ γιατί δεν ενδιέφερε τους φυτωριούχους,καθώς όμως το fastigiata έδειχνε το πρόβλημα του πλάτους της κόμης του προκάλεσε περισσότερο το ενδιαφέρον.Το 1935 όταν ο δήμος του Βερολίνου εξέφρασε τα παράπονα του για το fastigiata το φυτώριο Spath πρότεινε το Columnaris το οποίο όμως απορρίφθηκε απο τον δήμο.Μετά τον πόλεμο όταν άρχισε να φυτεύεται στην Ολλανδία διαπιστώθηκε η δυσκολία να επιβιώσει στο περιββάλλον του δρόμου.Μετα απο 35 χρονια άρχισαν να ξεραίνονται κλαδιά και μέσα σε δυό χρόνια το δένδρο είχε ξεραθεί, το δένδρο είχε εξαντλήσει τα θρεπτικά στοιχεία στο λάκκο φύτευσης, έτσι έγινε κατανοητό οτι το Columnaris έπρεπε να φυτεύεται σε ανοικτό έδαφος σε πάρκα η σε λάκκους 5 επι 5 μέτρων κάτω απο πεζοδρόμια.Σε αντίθεση με το Fastigiata διατηρεί την κυριαρχία του κεντρικού στελέχους.Η αναζήτηση για ένα δένδρο καρπίνου που έχει ανερχόμενα κλαδιά και παραμένει σχετικά στενό συνεχίστηκε στην Ολλανδία και το Βέλγιο και παρήχθησαν αρκετές καινούριες ποικιλίες που ηταν κατάλληλες για δρόμους. 
Carpinus betulus columnaris με κυριαρχία κεντρικού στελέχους.

Μια εντυπωσιακή επιλογή βρέθηκε στην Βρετανία και έχει φθινοπωρινό εντυπωσιακό χρώμα που θυμίζει τους σφενδάμους στην Βόρεια Αμερική.


Φθινοπωρινό φύλλωμα απο το τέλος Σεπτεβρίου μέχρι μέσα Νοεμβρίου του κλώνου Rockhampton Red.

Είναι ενα τυχαίο σπορόφυτο που βρέθηκε στα τελη του 20ου αιώνα στο Mount Pleasant tree Nursery στο Rockhampton στη Βρετανία απο τον Geoff Locke.Εχει όλα τα χαρακτηριστικά του είδους εκτός απο το φθινοπωρινό φύλλωμα που από τον Οκτώβρη μέχρι μέσα Νοεμβρίου έχει έντονο κόκκινο  με πορτοκαλί χρώμα.Διατίθεται σε πολλά βρετανικά φυτώρια και αναμφίβολα θα διαδοθεί περισσότερο καθώς το χρώμα αυτό είναι ασυνήθιστο σε ευρωπαικά είδη και επιπλέον οι σφένδαμοι απο την Βόρεια Αμερική που έχουν εντυπωσιακά ανάλογα χρώματα δεν αναπτύσσονται καλά σε ασβεστούχα εδάφη.

Μια παλαιότερη κλωνική επιλογη πριν απο το 1873 με περιγαφή απο τον K.Koch έχει κοκκινωπά φύλλα την άνοιξη που γίνονται γρήγορα πράσινα και ονομάζεται Carpinus betulus purpurea, είναι αργότερη σε ανάπτυξη απο το είδος και μικρότερο σε τελική ανάπτυξη φτάνοντας ένα ύψος 10 -15 μέτρα και 5-7 μέτρα αλλά αντέχει καλύτερα σε ξηρά και συμπαγή εδάφη δεν αντέχει όμως το ίδιο στην ζέστη και σε μικρή διάρκεια κατάκλυσης με νερό όπως το είδος.
Τα κοκκινωπά φύλλα του carpinus betulus purpurea την άνοιξη

Ο carpinus betulus fastigiata ενώ εχει μορφή σταγόνας σε νεαρή ηλικία καθώς μεγαλωνει πλαταίνει και γίνεται ευρύ ωοειδες για να γίνει πυραμιδοειδές τελικά, με πλάτος 6-12 μέτρα και με ύψος 15-18 μέτρα, αυτό τον κάνει ακατάλληλο για όσους θέλουν ένα δέντρο με fastigiate μορφή για μεμονωμένη φύτευση η για δρόμους στις πόλεις. Ο καρπίνος είναι δευτερεύον δένδρο για φυτεύσεις σε δρόμους στην Ευρώπη, στο Βερολινο για παράδειγμα είναι μόλις το 2% των δενδρων στους δρόμους,εξαίρεση αποτελεί το Δουβλίνο που από την δεκαετία του 80 φυτεύει σε πάρκα και δρόμους την ποικιλία fastigiata,φτάνοντας το 14% των δένδρων στους δρόμους, τα τελευταία χρόνια είναι το τρίτο σε αριθμούς φυτεύσεων  στούς δρόμους μετά τον σφένδαμο (Acer) και την αχλαδιά(pyrus). Τα τελευταία χρόνια όμως αυτό μπορεί να αλλάξει καθώς ο καρπίνος γίνεται κατάλληλος για στενούς δρόμους καθώς έχουν εμφανιστεί αρκετές κλωνικές επιλογές απο το Βέλγιο και την Ολλανδία για να καλύψουν αυτή την απαίτηση, κυρίως για φύτευση σε δρόμους, έχουν δηλαδή ένα πιο στενό σχήμα, οι πιο διαδεδομένες στην Ευρώπη είναι  c.b Albert Beeckman, c.b Frans Fontaine και c.b Lucas.

Το 1983 αποκτά πατέντα ο Carpinus betulus Frans Fontaine, αλλα η κλωνική επιλογη ειχε γίνει πριν το 1962  απο ενα ολλανδικό φυτωριο αναμεσα σε αλλες τοποθεσίες φυτεύηκε και  στο βοτανικό κήπο του Eindhoven στην Ολλανδία για να αξιολογηθεί η καταλληλοτητα του για φύτευση σε δρόμους και τελικα  πήρε το όνομα του διευθυντή του κήπου απο το 1953 μέχρι το 1983. Ενα δένδρο με στενό ωοειδές σχήμα με ύψος μέχρι 10 μέτρα και πλάτος μέχρι 3 μέτρα, με φρέσκα πράσινα φύλλα που διατηρούνται και το καλοκαίρι και γίνονται χρυσά κίτρινα το φθινόπωρο, διατηρεί την ανθεκτικότητα στην ξηρασία και την ζέστη  που έχουν τόσο το είδος όσο και το fastigiata, δεν κάνει καρπούς και δεν διατηρει καστανά φύλλα το χειμώνα. Κατάλληλο για δρόμους και κήπους.


Carpinus betulus Frans Fontaine το φθινόπωρο
Ο carpinus betulus Albert Beeckman αποκτά πατέντα  το 1985 απο το φυτώριο Beeckman στο Βέλγιο. Είναι και αυτή μια στενή επιλογή πιο στενή και μικρότερης ανάπτυξης απο την fastigiata με σχήμα κιονοειδή στην αρχή και πυραμιδοειδή στη συνέχεια. Φτάνει το ύψος 12-15 μέτρα και πλάτος 8-10 μετρα.Δεν κάνει καρπούς και έχει διπλά οδοντωτά φύλλα από την αρχή της άνοιξης και δεν αντέχει την ζέστη και την ξηρασία σαν το είδος ούτε διατηρεί τα καστανά φύλλα το χειμώνα.

Ο Carpinus Betulus Lucas  αποκτά πατέντα το 2003 απο το φυτώριο Luis Houtmeyers στο Βέλγιο. Πρόκειται για μια στενή επιλογή που πήρε το όνομα του υιού του ιδρυτή του φυτωρίου, παίρνει ενα στενό πυραμιδοειδές προς  ωοειδές σχήμα σε ύψος 8-10 μετρα και1-3 μέτρα πλατος με φύλλα μεγαλύτερα και πιο σκούρα που έχουν καφεκίτρινο η χρυσοκίτρινο χρώμα το φθινόπωρο και τα καστανά φύλλα παραμένουν στο δένδρο  το χειμώνα όπως η οξιά για να πέσουν όταν βγαίνουν τα καινούρια, κάνοντας την ποικιλία αυτή ιδανική για φράχτες αλλά και δρόμους και κήπους.




Υπάρχουν και άλλες ποικιλίες στα φυτωρια στην ευρώπη όπως η pendula που εμφανιστηκε στη Γαλλια πριν το  1850 και περιγράφηκε απο τον Masse και η quercifolia πριν το 1783 στην Γερμανία απο τον C.f Ludwing.
Carpinus betulus pendula
Τα φύλλα του Carpinus betulus Quercifolia.
Η  ποικιλία που υπάρχει στα φυτώρια στην Ελλάδα ειναι η fastigiata η  Pyramidalis συνήθως με κλαδιά από την βάση και φυτεύεται στη θέση της λεύκας η στη θέση ενος κωνοφόρου κιονοειδούς μια λανθασμένη επιλογή καθώς όπως αναφέραμε μεγαλώνει πολύ και σε πλάτος για να χρησιμοποιηθεί για αυτό το σκοπό.Συνοψίζοντας, για φράχτες και σχήματα χρησιμοποιούνται σπορόφυτα του είδους για δενδροστοιχίες σε πάρκα χρησιμοποιείται η fastigiata, η Columnaris χρησιμοποιειται σε κήπους λογω της αργής αναπτυξης ενώ η purpurea σε πάρκα και arboretum, αυτές είναι οι παλαιότερες κλωνικές επιλογές ενώ οι πιο παλιές διαφέρουν στο σχήμα του φύλλου και χρησιμοποιούνται σπάνια ενώ οι καινούριες κιονοειδούς σχήματος ποικιλίες καλύπτουν κυρίως την απαίτηση για φύτευση σε στενούς δρόμους ενώ η ποικιλία με το έντονο κόκκινο χρώμα θα γίνει πολύ δημοφιλής σε πάρκα. 
Στη βόρεια αμερική ο καρπίνος εκπροσωπείται απο τον ιθαγενή Carpinus caroliniana, υπάρχουν και κλωνικές επιλογές με φθινοπωρινά χρώματα αλλά είναι ένα δέντρο μικρότερου μεγέθους, ενώ ο ευρωπαικός καρπινος εκπροσωπείται από την ποικιλία Fastigiata ενώ μια καινουρια κλωνική επιλογή στη βόρεια Αμερική είναι η amerald avenue  με πυραμιδοειδές σχήμα και ανθεκτικότητα στη ζέστη.
Ostrya carpinifolia.
Όστρυα καρπινόφυλλος
Όμως για τις μεσογειακές χώρες υπάρχει ένα πιο κατάλληλο δένδρο που μοιάζει με τον καρπίνο και προέρχεται απο την νοτιοανατολική Ευρώπη, στην ηπειρωτική Ιταλία που είναι πιο διαδεδομένο ιδίως στη οροσειρά των απεννίνων,  ονομάζεται carpino nero δηλαδή καρπίνος μαύρος ενώ ο κοινός καρπίνος ονομάζεται  carpino bianco δηλαδή καρπίνος λευκός,πρόκειται για το χρώμα του φλοιού του κορμού που διαφέρει.Στην Ελλάδα βρίσκεται σε υψόμετρο 200-1800 μέτρα. Ονομάζεται Ostrya carpinifolia απο την ελληνική λέξη οστρουα που σημαίνει σαν κόκκαλο, ενώ carpinifolia σημαίνει με φύλλα σαν του καρπίνου.Ενώ στη Γαλλία ο καρπίνος  αφθονεί στα δάση,  στη Ιταλία που έχει πιο ζεστό κλίμα η Όστρυα είναι πιο διαδεδομένη απο τον καρπίνο.  

Δένδρο όστρυας σε πάρκο στην Ολλανδία


νεαροι καρποί της όστρυας
ώριμοι καρποί της όστρυας
τα φύλλα της όστρυας

Τρίτη 3 Ιουλίου 2018

             

                 English Lavender 

      Lavandula angustifolia                 


             Η    ΑΓΓΛΙΚΗ  ΛΕΒΑΝΤΑ   ΚΑΙ                                 ΑΛΛΕΣ ΛΕΒΑΝΤΕΣ                                                                                                (Lavandula angustifolia)
                                               
  
        Στις παραμεσογειακές χώρες υπάρχουν αρκετές λεβάντες αυτοφυείς όπως η Lavandula angustifolia , η Lavandula lanata, η Lavandula latifolia, η Lavandula dentata και η  Lavandula stoechas.

            H Lavandula angustifolia (λεβάντα η στενόφυλλη) είναι αυτοφυής στην μεσογειακή περιοχή σε υψόμετρο,στη Γαλλία για παράδειγμα  απο 500 εως 1500 μετρα. Η λεβάντα η στενόφυλλη ονομαζεται και Αγγλική λεβάντα όχι γιατί ευδοκιμεί στην  Αγγλία όπως συνήθως αναφέρεται αλλά γιατί  διαδόθηκε  για τις χρήσεις της για την καθαριότητα και ως άρωμα.Καθως η αγγλική λεβάντα δεν ηταν αυτοφυής έπρεπε να καλλιεργηθεί.Απο το 16ο αιώνα ξεκινάει η καλλιέργεια της λεβάντας στο Mitcham σημερινό προάστιο του Λονδίνου που καλλιεργούνταν διάφορα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά και ήταν γνωστό ως το μονπελλιέ της Αγγλίας(εξαιτίας του βοτανικού κηπου του Monpellier  με φαρμακευτικά φυτά) και το 1749 ξεκίνησε η εκτεταμένη  καλλιέργεια της λεβάντας για την παραγωγή αιθέριου ελαίου λεβάντας απο τους Ephraim Potter και William Moore.Το 1770 η Yardley London πουλούσε προιόντα πρωσωπικής υγιεινής με βάση τη λεβάντα και οι δύο εταιρείες ταυτίστηκαν με την αγγλική λεβάντα στην Αγγλία και το εξωτερικό. Ηταν στην βικτωριανή εποχή που η λεβάντα έφτασε στο απόγειο της δημοτικότητας της.Η βασίλισσα Βικτώρια χρησιμοποιούσε τη λεβάντα για τον καθαρισμό των επίπλων, πατωμάτων και υφασμάτων και το άρωμα της λεβάντας έγινε σύμβολο καθαριότητας και υγιεινής.Το Mitcham έγινε το παγκόσμιο κέντρο παραγωγής αιθέριου ελαίου λεβάντας και τα αγγλικά προιόντα με βάση την λεβάντα εξάγονταν σε όλο τον κόσμο.Το αιθέριο έλαιο αγγλικής λεβάντας πωλείτο 4 -6 φορές περισσότερο απο αυτό της ηπειρωτικής ευρώπης λόγω αναγνώρισης της καλύτερης ποιότητας.Αυτό οφείλεται στην καλλιέργεια αποκλειστικά της αγγλικής λεβάντας ενώ στην ηπειρωτική ευρώπη η λεβάντα συλλέγονταν μαζί με άλλα είδη χαμηλότερης ποιότητας. Στις αρχές του 20ου αιώνα  οι καλλιέργειες της λεβάντας στο Mitcham και τα γειτονικά σημερινά προάστια του Λονδίνου Walligton και  Carshalton σχεδόν εξαφανίστηκαν απο την επέκταση του Λονδίνου. Ηδη το 1920 υπήρχαν λιγότερα απο 40 στρέμματα λεβάντας στο Mitcham.
  Το κλίμα της Αγγλίας δεν ευνοεί την καλλιέργεια της λεβάντας η οποία θέλει ορεινό μεσογειακό κλίμα γιατί σε χαμηλότερο υψόμετρο υποφέρει απο την ξηρασία και την ζέστη,αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το κλίμα της Αγγλίας ειναι κατάλληλο γιατί είναι ένα φυτό που δεν αγαπάει την υγρασία στην ατμόσφαιρα και στο έδαφος θέλει πολύ καλή αποστράγγιση, ηλιοφάνεια και ζεστό κλίμα. Ενας ψυχρός και υγρός χειμωνας μπορεί να σκοτώσει τα φυτά. Και αυτό είναι που αναφέρει η M.Grieve (1931) οτι στο Mitcham ολοκληρες σειρές φυτών λεβάντας καταστρέφονται το χειμώνα και αναπληρώνονται συνεχώς με καινούρια φυτά  έτσι ώστε ολόκληρη η φυτεία αντικαθίσταται εντός έξι ετών.  
Σε ενα κήπο όμως σε πεδινό έδαφος σε μεσογειακή χώρα το πρόβλημα της ξηρασίας μπορεί να αντιμετωπιστεί εφόσον το φυτό έχει εγκατασταθεί καλά με αρκετά ποτίσματα και ελάχιστη άρδευση εφόσον χρειαστεί σε ξηρά καλοκαίρια.Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν όσοι καλλιεργούν αγγλική λεβάντα βρίσκεται περισσότερο στην σωστή  εγκατάσταση του φυτού γιατί ένας τρόπος για να αντιμετωπίζουν τα μεσογειακά φυτά την ξηρασία βρίσκεται στο βαθύ ριζικό σύστημα.Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, η αγγλική λεβάντα απαιτεί άφθονο ασβέστιο στο έδαφος για να αναπτυχθεί και καλή αποστράγγιση ώστε να αναπτύξει βαθύ ριζικό σύστημα και να αντέξει την ξηρασία.Ετσι προσθήκη άμμου στο χώμα κατα προτίμηση άσπρη άμμος στην αρχη της φύτευσης και σε βαθος μεχρι 45 εκατοστα και επιφανειακη εφαρμογη μαρμαροσκόνης κάθε χρόνο  είναι το μυστικό της καλλιέργειας της αγγλικής λεβάντας στο κήπο.Για όσους καλλιεργούν λεβάντα για παραγωγή θα πρέπει να έχουν είτε να έχουν διαπερατά  εδάφη με άφθονο ασβέστιο είτε ένα ασβεστούχο άσπρο χώμα σε υψόμετρο πάνω απο 600 μέτρα.Αν δεν υπάρχει αφθονία ασβεστίου θα πρέπει να γίνει ενσωμάτωση μεγάλων ποσοτήτων γεωργικού τριμμένου ασβεστολίθου και ετήσια επιφανειακή προσθήκη του ίδιου υλικού που δεν είναι όμως ευκίνητος στο χώμα για αυτό έχει σημασία η αρχική ενσωμάτωση μεγάλων ποσοτήτων στην αρχή της καλλιέργειας.Ιδίως η αγγλική λεβάντα (Lavandula angustifolia ) απαιτεί ασβεστολιθικά εδάφη  για να ευδοκιμήσει άριστα. Για τον κήπο,υπάρχουν πολλές ποικιλίες αγγλικής λεβάντας όπως η Munstead που ειναι κοντή και ανθεκτική και είναι επιλογή του φυτωρίου που είχε η σχεδιάστρια κήπων και ζωγράφος Gertrude Jekyll στη ιδιοκτησία της και τον κήπο της Munstead woods για να παράγει φυτά για τους πελάτες της, η ποικιλία αυτή αναπαράγεται με μοσχεύματα αλλά και με σπόρο, άρχισε να διαδίδεται ευρύτερα από τον Barr to 1916.Η Folgate είναι μια ποικιλία κατάλληλη και για καλλιέργεια και κήπο που επιλέχθηκε απο τον Linn chilvers το 1933 της Norfolk Lavender  όταν ξεκίνησε την αναβίωση της καλλιέργειας της αγγλικής λεβάντας αυτή τη φορά στο Norfolk δημιουργώντας την Νorfolk laventer που είναι σήμερα η μεγαλύτερη καλλιέργεια στην Βρετανία.Η Hidcote επιλέχθηκε απο τον αμερικανό ερασιτέχνη κηποτέχνη Lawrence Johnston που εγκαταστάθηκε στην Αγγλία και δημιούργησε το περίφημο σήμερα Hidcote manor garden την περίοδο του μεσοπολέμου.Η Mailette επιλέχθηκε στην Γαλλία από τον Mr Maillette για καλλιέργεια.Αυτές είναι οι παλαιότερες και πιο γνωστές ποικιλίες αλλά δημιουργούνται πολλές καινούριες ποικιλίες όπως η Elegance για φύτευση απο σπόρο.Στην Αμερική έχουν δημιουργηθεί ποικιλίες που ανθίζουν και δεύτερη φορά εφόσον κλαδευτούν όπως η Buena Vista.  

                                                  
lavandula angustifolia Munstead
Η ποικιλία Μunstead λόγω του κοντού ύψους είναι κατάλληλη για να πλαισιώνει διαδρόμους και να συμμετέχει σε μπορντούρες πολυετών κοντά σε διαδρόμους.

Folgate πιο ψηλή και σκουρόχρωμη ανθοφορία
Hidcote
           Η lavadula latifolia ( λεβάντα η πλατύφυλλη) είναι ιθαγενής στις παραμεσογειακες χώρες και λεγεται πορτογαλλική λεβάντα ,σε Ισπανία όπου αφθονεί αλλά και Γαλλία και Ιταλία.Καλλιεργειται κυρίως στην Ισπανία όπου και συλλέγεται επίσης απο την φύση.Στη Γαλλία το υψόμετρο που είναι αυτοφυής είναι 200 μεχρι 700 μέτρα και στη φύση διασταυρώνεται με την lavandula angustifolia  που βρίσκεται σε υψόμετρο πάνω απο 500 μέτρα και δημιουργούνται φυσικά υβρίδια που δεν παράγουν σπόρους παρά σπάνια σε υψόμετρο 500 και 700  μέτρων που φύονται και τα δύο είδη και ανήκουν στο είδος Lavandula x intermedia.Το είδος αυτό θα αποκτούσε μεγάλη σημασία  στη καλλιέργεια της λεβάντας στη Γαλλία και το όνομα του στην αγγλική γλώσσα ήταν  γαλλική υβριδική λεβάντα γιατί φυόταν στη Γαλλία όπως και η αγγλική άλλωστε.




στο carshalton του λονδίνου έγινε μια μη κερδοσκοπική προσπάθεια αναβίωσης της παραδοσιακής αυτής καλλιέργειας με φυτά που είχαν επιβιώσει στους τοπικούς κήπους,από τους αγρούς αυτούς είναι αυτή η φωτογραφία
Ενώ στην Αγγλία η καλλιέργεια της λεβάντας έφθινε ένα καινούριο κέντρο παραγωγής θα αναπτυσσόταν στην νότια Γαλλία σε περιοχές που η λεβάντα ήταν αυτοφυής. συλλέγονταν και φυτά της γαλλικής υβριδικής μαζί με την αγγλική.Στο Grasse της Προβηγκίας η αρωματοποιία ξεκινησε το 1747 με την ιδρυση της  Gallimard, ακολούθησε η Molinard και η Fragonard ,οι τρείς ιστορικές φίρμες αρωμάτων της Γαλλίας.Στην αρχή ήταν τα τριαντάφυλλα και το νερολί ακολούθησε το γιασεμί και έπειτα άλλα αρώματα όπως και της λεβάντας.Ενω τα τριαντάφυλλα και το γιασεμί καλλιεργούνταν οι αγγλικές λεβάντες συλλέγονταν απο τα βουνά μαζί με τα φυτά της γαλλικής υβριδικής Στην  δεκαετία του 1920 άρχισε να γίνεται κατανοητή η διαφορά της ποιότητας ανάμεσα στις δύο λεβάντες ενώ το 1927 στα εργαστήρια Hiris στο Grasse αποδείκτηκε η προέλευση της γαλλικής καθώς έγινε τεχνητή γονιμοποίηση και παρήχθησαν 6 σπόροι που τα φυτά που έδωσαν ταυτοποιήθηκαν ως φυτά της γαλλικής λεβάντας. Στην Αγγλία η λεβάντα καλλιεργούνταν απο σπόρο και στην Γαλλια η βιομηχανία αρωμάτων ήθελε την καλλιέργεια της λεβάντας και έτσι ξεκίνησε το 1905, έγινε η πρώτη δοκιμαστική καλλιέργεια στην προβηγκία.Η καλλιέργεια αυτή θα πρόσφερε ικανοποιητικό εισόδημα σε άγονα, ξηρά, ορεινά εδάφη. Απο το 1920 μεχρι το 1960 η καλλιέργεια της αγγλικής λεβάντας αυξάνεται φθάνοντας το 1960 τους 150 τόννους για να υποχωρήσει έπειτα λόγω της επέκτασης της καλλιέργειας της υβριδικής λεβάντας. Η καλλιέργεια της υβριδικής λεβάντας καλλιεργούνταν απο φυτά που μεταφυτεύονταν απο την φύση.Στην  δεκαετία του 1925 μεχρι το 1935 αρχισε η αναπαραγωγή με μοσχεύματα της υβριδικής λεβάντας καθώς τα φυτά αυτά σπανίως παράγουν βιώσιμο σπόρο και η αναπαραγωγή γινόταν απο τον άγριο πληθυσμό. Απο το 1935 άρχισε να διαδίδεται η ποικιλία Abrial μέχρι το 1972  που άρχισε να αντικαθίσταται από την ποικιλία Grosso που ήταν ανθεκτική στο μυκόσπλασμα που προκαλεί τη κίτρινη παρακμή και είχε μειώσει την διάρκεια της φυτείας απο 8 με 10 χρονια(άλλοι λένε 10-12) σε 3 με 4 χρονια.Η γαλλική υβριδική λεβάντα ονομάζεται έτσι στην αγγλική γλώσσα ενώ στην γαλλική ονομάζεται lavadin έναντι lavande  για την αγγλική λεβάντα.  
Η αγγλική λεβάντα στην προβηγκία της Γαλλίας  καλλιεργείται σε υψόμετρο μεταξύ 600 και 1200 μετρων ενω η γαλλική υβριδική  μεταξύ 200 και 700 μετρων . Η αγγλική λεβάντα καταλαμβάνει σήμερα εκτάσεις 35.000 στρεμματων ενώ η γαλλική υβριδική καλλιεργείται σε έκταση 152.000 στρεμμάτων.
Lavandula x intermedia Grosso 

Ο Pierre Grosso,ένας ιταλός (Pietro Grosso)  που εγκαταστάθηκε στην προβηγκία ανακάλυψε σε ενα αγρόκτημα που αγόρασε ενα φυτό παραγωγικό και ανθεκτικό που πολλαπλασίασε με μοσχεύματα στο φυτώριο,το φυτό αυτό ονομάστηκε Grosso και σήμερα καταλαμβάνει τα 119.000 στρέμματα απο τα 152.000 στρέμματα της συνολικής έκτασης στην προβηγκία της lavandin.Οι υπόλοιπες ειναι η sumian, super, abrialis(abrial). Η γαλλική υβριδική είναι πιο ανθεκτική στη ζέστη και μπορεί να καλλιεργηθεί σε χαμηλότερο υψόμετρο αλλά υπερέχει στην παραγωγή αιθέριου ελαίου που είναι όμως φθηνότερο γιατί  υστερεί λογω της καμφοράς που περιέχει και συνήθως προορίζεται για διαφορετικές χρήσεις  όπως σαπούνια ,σκόνη απορρυπαντικών ,κεριά και αρωματικά χώρων ιδίως της ποικιλιας Grosso που ειναι χαμηλής ποιότητας.Η ποικιλία Super είναι πλησιέστερα στην ποιότητα στην αγγλική λεβάντα  ενώ η ποικιλία Abrial χρησιμοποιείται και στην αρωματοθεραπεία.Οι ποικιλίες αυτές έχουν λιγότερο απο το 10 % η καθεμία της συνολικής έκτασης που καταλαμβάνει η γαλλική υβριδική. Στην αγγλική λεβάντα καλλιεργούνται πλέον κλώνοι οπως η Maillette και η Matheronne ενω οι ποικιλίες πληθυσμοί όπως η Rapide και η Carla υποχωρούν.
Καλλιεργεια lavadin στην προβηγκία
Η αγγλική λεβάντα ειναι αυτοφυής στη Ελλάδα σε ορεινούς τόπους  και ιθαγενής αν και ορισμένοι υποστηρίζουν οτι δεν είναι ιθαγενής αλλά οι άγριοι πληθυσμοί προέρχονται απο καλλιέργειες μια υπόθεση που είναι αβάσιμη γιατί η καλλιέργεια της λεβάντας είναι πρόσφατη υπόθεση.Η πρώτη καλλιέργεια έγινε στη Ασέα και έπειτα μεγαλύτερη στο Λεβίδι της Αρκαδίας  απο τον χημικό Αλέξανδρο Σταυρόπουλο τη δεκαετία του 1960  και εγκαταλείφθηκε λόγω εργατικού κόστους, πρόσφατα πριν μια δεκαετία ξεκίνησε η Alpha Lavender με έδρα τη Θεσσαλονίκη να διαθέτει φυτά βουλγαρικων ποικιλιών και να κάνει την αποσταξη για παραγωγή αιθέριου ελαίου,οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί εφθασαν τα 2000 στρέμματα  το 2013 που  ξεκίνησε και ο συνεταιρισμός αρωματικών Βοίου Κοζάνης με την Hemus που ειχε αρχικά ξεκινήσει με τριαντάφυλλα και ακολούθησαν και άλλοι.Καλλιεργούνται σχεδον αποκλειστικά η Hemus και η Seftopolis, και οι δυο βουλγαρικές ποικιλίες  που σημαίνουν Αίμος(οροσειρά) και Σευτόπολις(αρχαία θρακική πόλη).Δεν υπήρχε  πριν το 2010 ελληνική (κλωνική η μη)ποικιλία και αυτό θεωρήθηκε ότι ήταν αιτία της ανυπαρξίας της καλλιέργειας στην Ελλάδα, για αυτό ξεκίνησε η προσπάθεια για μια ελληνική ποικιλία με συλλογή φυτών απο δέκα διαφορετικούς τόπους στην Ελλάδα και επιλογή μιας ποικιλίας,η ποικιλία αυτή λέγεται etherio, και δεν καλλιεργήθηκε εμπορικά.Την λύση έδωσαν όπως αναφέραμε οι βουλγαρικές ποικιλίες Η έκταση που καλλιεργείται η λεβάντα αυξάνεται ταχύτατα τα τελευταία χρονια,για το 2018 υπάρχουν 20.000 στρέμματα συνολικά λεβάντας ,έναντι 10.000 στρεμμάτων το 2017, η αύξηση είναι σε μεγάλο βαθμό παράγωγο  της ανόδου τα τελευταία χρόνια της βουλγαρικής παραγωγής που ανταγωνίζεται πλέον την γαλλική παραγωγή για την πρώτη θέση παγκοσμίως, η βουλγαρική παραγωγή έχει ξεπεράσει την γαλλική παραγωγή με περίπου 70.000 στρέμματα έναντι 35.000 στρεμμάτων, όσον αφορά πάντα την αγγλική λεβάντα γιατί όσο αφορά την συνολική παραγωγή lavande και lavandin η Γαλλία εξακολουθεί να είναι πρώτη καθώς στη Βουλγαρία καλλιεργειται αποκλειστικά η αγγλική. Η καλλιέργεια της αγγλικής λεβάντας στη Βουλγαρία αναπτύχθηκε  μεταπολεμικά με ποικιλίες που δημιούργησε το ινστιτούτο αρωματικών φυτών στο Kanzalak, παραδοσιακό κέντρο καλλιεργείας των τριαντάφυλλων γνωστό ως κοιλάδα των ρόδων.Τη δεκαετία του 70 η καλλιεργεια απο τους συνεταιρισμούς είχε φτασει τα 70.000 στρέμματα,για να καταρρεύσει τη δεκαετία του 90 στα 10.000 στρέμματα και να ανακάμψει έπειτα φτάνοντας τα επίπεδα του 70 αλλα και να επεκταθεί  σε όλη τη Βουλγαρία και τις γειτονικές χώρες όπως η Ελλάδα, όπου  καλλιεργούνται βουλγαρικές ποικιλίες που έχουν επιλεγεί απο το ινστιτούτο αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών τις τελευταίες δεκαετίες. Πρώτα δημιουργήθηκαν οι ποικιλιες Kazanlak ,Karlovo ακολούθησε η ποκιλία Hemus το 1972 ,και στην συνέχεια η Sevtopolis, Druzhda, Yubileina  και πιο πρόσφατα η Hebar και Raya .Οι ποικιλίες αυτές με εξαίρεση τη παλαιότερη Kazanlak αποτελούν τη βάση της βουλγαρικής παραγωγής ενω τα τελευταία χρόνια διαδίδονται ιδιαίτερα οι ποικιλιες Hemus και Sevtopolis.Αυτές οι δύο ποικιλίες απο την Βουλγαρία αποτελούν τη βάση της εξάπλωσης της ελληνικής παραγωγής. Ειναι εντυπωσιακό ότι η έρευνα στη Βουλγαρία βοήθησε και γειτονικές χώρες,όμως δεν είναι μόνο η Βουλγαρία που κάνει έρευνα,η Μολδαβία ένα μεγάλο κέντρο παραγωγής, έχει ασχοληθεί με την ανάπτυξη νέων ποικιλιών, πριν το 1990 είχε σε καλλιέργεια 70.000 στρέμματα έπειτα όμως η καλλιέργεια περιορίστηκε και πρόσφατα γνωρίζει μια αναβίωση.Το 2010 δόθηκαν τρεις νέες ποικιλίες η Moldoveanca-4, Alba7,Via Magic -10.Ιδίως η Alba 7 έχει πολλή υψηλή απόδοση 25 κιλα αιθέριου ελαίου στο στρέμμα.

Η αγγλική λεβάντα στον κήπο.


Και η αγγλική και η γαλλική υβριδική καλλιεργούνται και στους κήπους και μοιάζουν αρκετά, υπάρχουν ποικιλίες με χρώματα απο το άσπρο, το χλωμό ροζ, το μπλέ και το μώβ. Καθώς η αγγλική ανθίζει νωρίτερα χρησιμοποιώντας και τα δύο είδη έχουμε μια παρεταμένη ανθοφορία στον κήπο, χρησιμοποιώντας και  διαφορετικές ποικιλίες με διαφορετικά χρώματα  που όμως ταιριάζουν μεταξύ τους.
Το κλάδεμα της λεβάντας έχει μεγάλη σημασία γιατί είναι υποθάμνος που σημαίνει οτι έχει και ποώδη και ξυλώδη βλάστηση και θέλουμε να περιορίσουμε την ξυλώδη βλάστηση γιατι μειώνει την ανθοφορία και  την διάρκεια της ζωής του φυτου.Για την εποχή κλαδέματος άλλοι συστήνουν το τέλος του καλοκαιριού και άλλοι τις αρχές της άνοιξης.Όταν γίνεται στο τέλος του καλοκαιριού υπάρχει ακόμη χρόνος για να υπάρξει βλάστηση που θα προστατεύσει το φυτό απο το κρύο και θα συνεχίσει την βλάστηση την άνοιξη για να ανθίσει το καλοκαίρι. Αυτό το κλάδεμα εξασφαλίζει την πιο πρώιμη άνθηση,η πρώιμη αυτή άνθηση εξασφαλίζει την καλύτερη ποιότητα αιθέριου ελαίου αλλά και την μεγαλύτερη ποσότητα γιατί η ζέστη μειώνει την ποιότητα του αιθέριου ελαίου ενώ η ζέστη κατά την διάρκεια της συγκομιδής μειώνει την ποσότητα. Σε μεσογειακό κλίμα το φυτό υποφέρει απο την ξηρασία και το τέλος του καλοκαιριού δεν είναι κατάλληλος καιρός για κλάδεμα καλύτερα να περιμένει κανείς την άνοιξη,αυτό καθυστερεί την άνθηση αλλά το φυτό έχει καλύτερη εμφάνιση,πιο γεμάτη, το χειμώνα,και είναι σε καλύτερη κατάσταση για καινούρια βλάστηση μετά απο κλάδεμα.
και μια ποικιλία με άσπρα άνθη lavandula x intermedia eldeweiss βρέθηκε στη Ελβετία το 1880.
και μια ποικιλία με απαλό ροζ χρώμα ανθέων lavandula angustifolia Hidcote pink
Οι λεβάντες  τραβάνε τις μέλισσες και πεταλούδες.


τα άνθη της μέλισσας αρέσουν στις πεταλούδες



και στις μέλισσες επίσης