Τρίτη 3 Ιουλίου 2018

             

                 English Lavender 

      Lavandula angustifolia                 


             Η    ΑΓΓΛΙΚΗ  ΛΕΒΑΝΤΑ   ΚΑΙ                                 ΑΛΛΕΣ ΛΕΒΑΝΤΕΣ                                                                                                (Lavandula angustifolia)
                                               
  
        Στις παραμεσογειακές χώρες υπάρχουν αρκετές λεβάντες αυτοφυείς όπως η Lavandula angustifolia , η Lavandula lanata, η Lavandula latifolia, η Lavandula dentata και η  Lavandula stoechas.

            H Lavandula angustifolia (λεβάντα η στενόφυλλη) είναι αυτοφυής στην μεσογειακή περιοχή σε υψόμετρο,στη Γαλλία για παράδειγμα  απο 500 εως 1500 μετρα. Η λεβάντα η στενόφυλλη ονομαζεται και Αγγλική λεβάντα όχι γιατί ευδοκιμεί στην  Αγγλία όπως συνήθως αναφέρεται αλλά γιατί  διαδόθηκε  για τις χρήσεις της για την καθαριότητα και ως άρωμα.Καθως η αγγλική λεβάντα δεν ηταν αυτοφυής έπρεπε να καλλιεργηθεί.Απο το 16ο αιώνα ξεκινάει η καλλιέργεια της λεβάντας στο Mitcham σημερινό προάστιο του Λονδίνου που καλλιεργούνταν διάφορα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά και ήταν γνωστό ως το μονπελλιέ της Αγγλίας(εξαιτίας του βοτανικού κηπου του Monpellier  με φαρμακευτικά φυτά) και το 1749 ξεκίνησε η εκτεταμένη  καλλιέργεια της λεβάντας για την παραγωγή αιθέριου ελαίου λεβάντας απο τους Ephraim Potter και William Moore.Το 1770 η Yardley London πουλούσε προιόντα πρωσωπικής υγιεινής με βάση τη λεβάντα και οι δύο εταιρείες ταυτίστηκαν με την αγγλική λεβάντα στην Αγγλία και το εξωτερικό. Ηταν στην βικτωριανή εποχή που η λεβάντα έφτασε στο απόγειο της δημοτικότητας της.Η βασίλισσα Βικτώρια χρησιμοποιούσε τη λεβάντα για τον καθαρισμό των επίπλων, πατωμάτων και υφασμάτων και το άρωμα της λεβάντας έγινε σύμβολο καθαριότητας και υγιεινής.Το Mitcham έγινε το παγκόσμιο κέντρο παραγωγής αιθέριου ελαίου λεβάντας και τα αγγλικά προιόντα με βάση την λεβάντα εξάγονταν σε όλο τον κόσμο.Το αιθέριο έλαιο αγγλικής λεβάντας πωλείτο 4 -6 φορές περισσότερο απο αυτό της ηπειρωτικής ευρώπης λόγω αναγνώρισης της καλύτερης ποιότητας.Αυτό οφείλεται στην καλλιέργεια αποκλειστικά της αγγλικής λεβάντας ενώ στην ηπειρωτική ευρώπη η λεβάντα συλλέγονταν μαζί με άλλα είδη χαμηλότερης ποιότητας. Στις αρχές του 20ου αιώνα  οι καλλιέργειες της λεβάντας στο Mitcham και τα γειτονικά σημερινά προάστια του Λονδίνου Walligton και  Carshalton σχεδόν εξαφανίστηκαν απο την επέκταση του Λονδίνου. Ηδη το 1920 υπήρχαν λιγότερα απο 40 στρέμματα λεβάντας στο Mitcham.
  Το κλίμα της Αγγλίας δεν ευνοεί την καλλιέργεια της λεβάντας η οποία θέλει ορεινό μεσογειακό κλίμα γιατί σε χαμηλότερο υψόμετρο υποφέρει απο την ξηρασία και την ζέστη,αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το κλίμα της Αγγλίας ειναι κατάλληλο γιατί είναι ένα φυτό που δεν αγαπάει την υγρασία στην ατμόσφαιρα και στο έδαφος θέλει πολύ καλή αποστράγγιση, ηλιοφάνεια και ζεστό κλίμα. Ενας ψυχρός και υγρός χειμωνας μπορεί να σκοτώσει τα φυτά. Και αυτό είναι που αναφέρει η M.Grieve (1931) οτι στο Mitcham ολοκληρες σειρές φυτών λεβάντας καταστρέφονται το χειμώνα και αναπληρώνονται συνεχώς με καινούρια φυτά  έτσι ώστε ολόκληρη η φυτεία αντικαθίσταται εντός έξι ετών.  
Σε ενα κήπο όμως σε πεδινό έδαφος σε μεσογειακή χώρα το πρόβλημα της ξηρασίας μπορεί να αντιμετωπιστεί εφόσον το φυτό έχει εγκατασταθεί καλά με αρκετά ποτίσματα και ελάχιστη άρδευση εφόσον χρειαστεί σε ξηρά καλοκαίρια.Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν όσοι καλλιεργούν αγγλική λεβάντα βρίσκεται περισσότερο στην σωστή  εγκατάσταση του φυτού γιατί ένας τρόπος για να αντιμετωπίζουν τα μεσογειακά φυτά την ξηρασία βρίσκεται στο βαθύ ριζικό σύστημα.Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, η αγγλική λεβάντα απαιτεί άφθονο ασβέστιο στο έδαφος για να αναπτυχθεί και καλή αποστράγγιση ώστε να αναπτύξει βαθύ ριζικό σύστημα και να αντέξει την ξηρασία.Ετσι προσθήκη άμμου στο χώμα κατα προτίμηση άσπρη άμμος στην αρχη της φύτευσης και σε βαθος μεχρι 45 εκατοστα και επιφανειακη εφαρμογη μαρμαροσκόνης κάθε χρόνο  είναι το μυστικό της καλλιέργειας της αγγλικής λεβάντας στο κήπο.Για όσους καλλιεργούν λεβάντα για παραγωγή θα πρέπει να έχουν είτε να έχουν διαπερατά  εδάφη με άφθονο ασβέστιο είτε ένα ασβεστούχο άσπρο χώμα σε υψόμετρο πάνω απο 600 μέτρα.Αν δεν υπάρχει αφθονία ασβεστίου θα πρέπει να γίνει ενσωμάτωση μεγάλων ποσοτήτων γεωργικού τριμμένου ασβεστολίθου και ετήσια επιφανειακή προσθήκη του ίδιου υλικού που δεν είναι όμως ευκίνητος στο χώμα για αυτό έχει σημασία η αρχική ενσωμάτωση μεγάλων ποσοτήτων στην αρχή της καλλιέργειας.Ιδίως η αγγλική λεβάντα (Lavandula angustifolia ) απαιτεί ασβεστολιθικά εδάφη  για να ευδοκιμήσει άριστα. Για τον κήπο,υπάρχουν πολλές ποικιλίες αγγλικής λεβάντας όπως η Munstead που ειναι κοντή και ανθεκτική και είναι επιλογή του φυτωρίου που είχε η σχεδιάστρια κήπων και ζωγράφος Gertrude Jekyll στη ιδιοκτησία της και τον κήπο της Munstead woods για να παράγει φυτά για τους πελάτες της, η ποικιλία αυτή αναπαράγεται με μοσχεύματα αλλά και με σπόρο, άρχισε να διαδίδεται ευρύτερα από τον Barr to 1916.Η Folgate είναι μια ποικιλία κατάλληλη και για καλλιέργεια και κήπο που επιλέχθηκε απο τον Linn chilvers το 1933 της Norfolk Lavender  όταν ξεκίνησε την αναβίωση της καλλιέργειας της αγγλικής λεβάντας αυτή τη φορά στο Norfolk δημιουργώντας την Νorfolk laventer που είναι σήμερα η μεγαλύτερη καλλιέργεια στην Βρετανία.Η Hidcote επιλέχθηκε απο τον αμερικανό ερασιτέχνη κηποτέχνη Lawrence Johnston που εγκαταστάθηκε στην Αγγλία και δημιούργησε το περίφημο σήμερα Hidcote manor garden την περίοδο του μεσοπολέμου.Η Mailette επιλέχθηκε στην Γαλλία από τον Mr Maillette για καλλιέργεια.Αυτές είναι οι παλαιότερες και πιο γνωστές ποικιλίες αλλά δημιουργούνται πολλές καινούριες ποικιλίες όπως η Elegance για φύτευση απο σπόρο.Στην Αμερική έχουν δημιουργηθεί ποικιλίες που ανθίζουν και δεύτερη φορά εφόσον κλαδευτούν όπως η Buena Vista.  

                                                  
lavandula angustifolia Munstead
Η ποικιλία Μunstead λόγω του κοντού ύψους είναι κατάλληλη για να πλαισιώνει διαδρόμους και να συμμετέχει σε μπορντούρες πολυετών κοντά σε διαδρόμους.

Folgate πιο ψηλή και σκουρόχρωμη ανθοφορία
Hidcote
           Η lavadula latifolia ( λεβάντα η πλατύφυλλη) είναι ιθαγενής στις παραμεσογειακες χώρες και λεγεται πορτογαλλική λεβάντα ,σε Ισπανία όπου αφθονεί αλλά και Γαλλία και Ιταλία.Καλλιεργειται κυρίως στην Ισπανία όπου και συλλέγεται επίσης απο την φύση.Στη Γαλλία το υψόμετρο που είναι αυτοφυής είναι 200 μεχρι 700 μέτρα και στη φύση διασταυρώνεται με την lavandula angustifolia  που βρίσκεται σε υψόμετρο πάνω απο 500 μέτρα και δημιουργούνται φυσικά υβρίδια που δεν παράγουν σπόρους παρά σπάνια σε υψόμετρο 500 και 700  μέτρων που φύονται και τα δύο είδη και ανήκουν στο είδος Lavandula x intermedia.Το είδος αυτό θα αποκτούσε μεγάλη σημασία  στη καλλιέργεια της λεβάντας στη Γαλλία και το όνομα του στην αγγλική γλώσσα ήταν  γαλλική υβριδική λεβάντα γιατί φυόταν στη Γαλλία όπως και η αγγλική άλλωστε.




στο carshalton του λονδίνου έγινε μια μη κερδοσκοπική προσπάθεια αναβίωσης της παραδοσιακής αυτής καλλιέργειας με φυτά που είχαν επιβιώσει στους τοπικούς κήπους,από τους αγρούς αυτούς είναι αυτή η φωτογραφία
Ενώ στην Αγγλία η καλλιέργεια της λεβάντας έφθινε ένα καινούριο κέντρο παραγωγής θα αναπτυσσόταν στην νότια Γαλλία σε περιοχές που η λεβάντα ήταν αυτοφυής. συλλέγονταν και φυτά της γαλλικής υβριδικής μαζί με την αγγλική.Στο Grasse της Προβηγκίας η αρωματοποιία ξεκινησε το 1747 με την ιδρυση της  Gallimard, ακολούθησε η Molinard και η Fragonard ,οι τρείς ιστορικές φίρμες αρωμάτων της Γαλλίας.Στην αρχή ήταν τα τριαντάφυλλα και το νερολί ακολούθησε το γιασεμί και έπειτα άλλα αρώματα όπως και της λεβάντας.Ενω τα τριαντάφυλλα και το γιασεμί καλλιεργούνταν οι αγγλικές λεβάντες συλλέγονταν απο τα βουνά μαζί με τα φυτά της γαλλικής υβριδικής Στην  δεκαετία του 1920 άρχισε να γίνεται κατανοητή η διαφορά της ποιότητας ανάμεσα στις δύο λεβάντες ενώ το 1927 στα εργαστήρια Hiris στο Grasse αποδείκτηκε η προέλευση της γαλλικής καθώς έγινε τεχνητή γονιμοποίηση και παρήχθησαν 6 σπόροι που τα φυτά που έδωσαν ταυτοποιήθηκαν ως φυτά της γαλλικής λεβάντας. Στην Αγγλία η λεβάντα καλλιεργούνταν απο σπόρο και στην Γαλλια η βιομηχανία αρωμάτων ήθελε την καλλιέργεια της λεβάντας και έτσι ξεκίνησε το 1905, έγινε η πρώτη δοκιμαστική καλλιέργεια στην προβηγκία.Η καλλιέργεια αυτή θα πρόσφερε ικανοποιητικό εισόδημα σε άγονα, ξηρά, ορεινά εδάφη. Απο το 1920 μεχρι το 1960 η καλλιέργεια της αγγλικής λεβάντας αυξάνεται φθάνοντας το 1960 τους 150 τόννους για να υποχωρήσει έπειτα λόγω της επέκτασης της καλλιέργειας της υβριδικής λεβάντας. Η καλλιέργεια της υβριδικής λεβάντας καλλιεργούνταν απο φυτά που μεταφυτεύονταν απο την φύση.Στην  δεκαετία του 1925 μεχρι το 1935 αρχισε η αναπαραγωγή με μοσχεύματα της υβριδικής λεβάντας καθώς τα φυτά αυτά σπανίως παράγουν βιώσιμο σπόρο και η αναπαραγωγή γινόταν απο τον άγριο πληθυσμό. Απο το 1935 άρχισε να διαδίδεται η ποικιλία Abrial μέχρι το 1972  που άρχισε να αντικαθίσταται από την ποικιλία Grosso που ήταν ανθεκτική στο μυκόσπλασμα που προκαλεί τη κίτρινη παρακμή και είχε μειώσει την διάρκεια της φυτείας απο 8 με 10 χρονια(άλλοι λένε 10-12) σε 3 με 4 χρονια.Η γαλλική υβριδική λεβάντα ονομάζεται έτσι στην αγγλική γλώσσα ενώ στην γαλλική ονομάζεται lavadin έναντι lavande  για την αγγλική λεβάντα.  
Η αγγλική λεβάντα στην προβηγκία της Γαλλίας  καλλιεργείται σε υψόμετρο μεταξύ 600 και 1200 μετρων ενω η γαλλική υβριδική  μεταξύ 200 και 700 μετρων . Η αγγλική λεβάντα καταλαμβάνει σήμερα εκτάσεις 35.000 στρεμματων ενώ η γαλλική υβριδική καλλιεργείται σε έκταση 152.000 στρεμμάτων.
Lavandula x intermedia Grosso 

Ο Pierre Grosso,ένας ιταλός (Pietro Grosso)  που εγκαταστάθηκε στην προβηγκία ανακάλυψε σε ενα αγρόκτημα που αγόρασε ενα φυτό παραγωγικό και ανθεκτικό που πολλαπλασίασε με μοσχεύματα στο φυτώριο,το φυτό αυτό ονομάστηκε Grosso και σήμερα καταλαμβάνει τα 119.000 στρέμματα απο τα 152.000 στρέμματα της συνολικής έκτασης στην προβηγκία της lavandin.Οι υπόλοιπες ειναι η sumian, super, abrialis(abrial). Η γαλλική υβριδική είναι πιο ανθεκτική στη ζέστη και μπορεί να καλλιεργηθεί σε χαμηλότερο υψόμετρο αλλά υπερέχει στην παραγωγή αιθέριου ελαίου που είναι όμως φθηνότερο γιατί  υστερεί λογω της καμφοράς που περιέχει και συνήθως προορίζεται για διαφορετικές χρήσεις  όπως σαπούνια ,σκόνη απορρυπαντικών ,κεριά και αρωματικά χώρων ιδίως της ποικιλιας Grosso που ειναι χαμηλής ποιότητας.Η ποικιλία Super είναι πλησιέστερα στην ποιότητα στην αγγλική λεβάντα  ενώ η ποικιλία Abrial χρησιμοποιείται και στην αρωματοθεραπεία.Οι ποικιλίες αυτές έχουν λιγότερο απο το 10 % η καθεμία της συνολικής έκτασης που καταλαμβάνει η γαλλική υβριδική. Στην αγγλική λεβάντα καλλιεργούνται πλέον κλώνοι οπως η Maillette και η Matheronne ενω οι ποικιλίες πληθυσμοί όπως η Rapide και η Carla υποχωρούν.
Καλλιεργεια lavadin στην προβηγκία
Η αγγλική λεβάντα ειναι αυτοφυής στη Ελλάδα σε ορεινούς τόπους  και ιθαγενής αν και ορισμένοι υποστηρίζουν οτι δεν είναι ιθαγενής αλλά οι άγριοι πληθυσμοί προέρχονται απο καλλιέργειες μια υπόθεση που είναι αβάσιμη γιατί η καλλιέργεια της λεβάντας είναι πρόσφατη υπόθεση.Η πρώτη καλλιέργεια έγινε στη Ασέα και έπειτα μεγαλύτερη στο Λεβίδι της Αρκαδίας  απο τον χημικό Αλέξανδρο Σταυρόπουλο τη δεκαετία του 1960  και εγκαταλείφθηκε λόγω εργατικού κόστους, πρόσφατα πριν μια δεκαετία ξεκίνησε η Alpha Lavender με έδρα τη Θεσσαλονίκη να διαθέτει φυτά βουλγαρικων ποικιλιών και να κάνει την αποσταξη για παραγωγή αιθέριου ελαίου,οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί εφθασαν τα 2000 στρέμματα  το 2013 που  ξεκίνησε και ο συνεταιρισμός αρωματικών Βοίου Κοζάνης με την Hemus που ειχε αρχικά ξεκινήσει με τριαντάφυλλα και ακολούθησαν και άλλοι.Καλλιεργούνται σχεδον αποκλειστικά η Hemus και η Seftopolis, και οι δυο βουλγαρικές ποικιλίες  που σημαίνουν Αίμος(οροσειρά) και Σευτόπολις(αρχαία θρακική πόλη).Δεν υπήρχε  πριν το 2010 ελληνική (κλωνική η μη)ποικιλία και αυτό θεωρήθηκε ότι ήταν αιτία της ανυπαρξίας της καλλιέργειας στην Ελλάδα, για αυτό ξεκίνησε η προσπάθεια για μια ελληνική ποικιλία με συλλογή φυτών απο δέκα διαφορετικούς τόπους στην Ελλάδα και επιλογή μιας ποικιλίας,η ποικιλία αυτή λέγεται etherio, και δεν καλλιεργήθηκε εμπορικά.Την λύση έδωσαν όπως αναφέραμε οι βουλγαρικές ποικιλίες Η έκταση που καλλιεργείται η λεβάντα αυξάνεται ταχύτατα τα τελευταία χρονια,για το 2018 υπάρχουν 20.000 στρέμματα συνολικά λεβάντας ,έναντι 10.000 στρεμμάτων το 2017, η αύξηση είναι σε μεγάλο βαθμό παράγωγο  της ανόδου τα τελευταία χρόνια της βουλγαρικής παραγωγής που ανταγωνίζεται πλέον την γαλλική παραγωγή για την πρώτη θέση παγκοσμίως, η βουλγαρική παραγωγή έχει ξεπεράσει την γαλλική παραγωγή με περίπου 70.000 στρέμματα έναντι 35.000 στρεμμάτων, όσον αφορά πάντα την αγγλική λεβάντα γιατί όσο αφορά την συνολική παραγωγή lavande και lavandin η Γαλλία εξακολουθεί να είναι πρώτη καθώς στη Βουλγαρία καλλιεργειται αποκλειστικά η αγγλική. Η καλλιέργεια της αγγλικής λεβάντας στη Βουλγαρία αναπτύχθηκε  μεταπολεμικά με ποικιλίες που δημιούργησε το ινστιτούτο αρωματικών φυτών στο Kanzalak, παραδοσιακό κέντρο καλλιεργείας των τριαντάφυλλων γνωστό ως κοιλάδα των ρόδων.Τη δεκαετία του 70 η καλλιεργεια απο τους συνεταιρισμούς είχε φτασει τα 70.000 στρέμματα,για να καταρρεύσει τη δεκαετία του 90 στα 10.000 στρέμματα και να ανακάμψει έπειτα φτάνοντας τα επίπεδα του 70 αλλα και να επεκταθεί  σε όλη τη Βουλγαρία και τις γειτονικές χώρες όπως η Ελλάδα, όπου  καλλιεργούνται βουλγαρικές ποικιλίες που έχουν επιλεγεί απο το ινστιτούτο αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών τις τελευταίες δεκαετίες. Πρώτα δημιουργήθηκαν οι ποικιλιες Kazanlak ,Karlovo ακολούθησε η ποκιλία Hemus το 1972 ,και στην συνέχεια η Sevtopolis, Druzhda, Yubileina  και πιο πρόσφατα η Hebar και Raya .Οι ποικιλίες αυτές με εξαίρεση τη παλαιότερη Kazanlak αποτελούν τη βάση της βουλγαρικής παραγωγής ενω τα τελευταία χρόνια διαδίδονται ιδιαίτερα οι ποικιλιες Hemus και Sevtopolis.Αυτές οι δύο ποικιλίες απο την Βουλγαρία αποτελούν τη βάση της εξάπλωσης της ελληνικής παραγωγής. Ειναι εντυπωσιακό ότι η έρευνα στη Βουλγαρία βοήθησε και γειτονικές χώρες,όμως δεν είναι μόνο η Βουλγαρία που κάνει έρευνα,η Μολδαβία ένα μεγάλο κέντρο παραγωγής, έχει ασχοληθεί με την ανάπτυξη νέων ποικιλιών, πριν το 1990 είχε σε καλλιέργεια 70.000 στρέμματα έπειτα όμως η καλλιέργεια περιορίστηκε και πρόσφατα γνωρίζει μια αναβίωση.Το 2010 δόθηκαν τρεις νέες ποικιλίες η Moldoveanca-4, Alba7,Via Magic -10.Ιδίως η Alba 7 έχει πολλή υψηλή απόδοση 25 κιλα αιθέριου ελαίου στο στρέμμα.

Η αγγλική λεβάντα στον κήπο.


Και η αγγλική και η γαλλική υβριδική καλλιεργούνται και στους κήπους και μοιάζουν αρκετά, υπάρχουν ποικιλίες με χρώματα απο το άσπρο, το χλωμό ροζ, το μπλέ και το μώβ. Καθώς η αγγλική ανθίζει νωρίτερα χρησιμοποιώντας και τα δύο είδη έχουμε μια παρεταμένη ανθοφορία στον κήπο, χρησιμοποιώντας και  διαφορετικές ποικιλίες με διαφορετικά χρώματα  που όμως ταιριάζουν μεταξύ τους.
Το κλάδεμα της λεβάντας έχει μεγάλη σημασία γιατί είναι υποθάμνος που σημαίνει οτι έχει και ποώδη και ξυλώδη βλάστηση και θέλουμε να περιορίσουμε την ξυλώδη βλάστηση γιατι μειώνει την ανθοφορία και  την διάρκεια της ζωής του φυτου.Για την εποχή κλαδέματος άλλοι συστήνουν το τέλος του καλοκαιριού και άλλοι τις αρχές της άνοιξης.Όταν γίνεται στο τέλος του καλοκαιριού υπάρχει ακόμη χρόνος για να υπάρξει βλάστηση που θα προστατεύσει το φυτό απο το κρύο και θα συνεχίσει την βλάστηση την άνοιξη για να ανθίσει το καλοκαίρι. Αυτό το κλάδεμα εξασφαλίζει την πιο πρώιμη άνθηση,η πρώιμη αυτή άνθηση εξασφαλίζει την καλύτερη ποιότητα αιθέριου ελαίου αλλά και την μεγαλύτερη ποσότητα γιατί η ζέστη μειώνει την ποιότητα του αιθέριου ελαίου ενώ η ζέστη κατά την διάρκεια της συγκομιδής μειώνει την ποσότητα. Σε μεσογειακό κλίμα το φυτό υποφέρει απο την ξηρασία και το τέλος του καλοκαιριού δεν είναι κατάλληλος καιρός για κλάδεμα καλύτερα να περιμένει κανείς την άνοιξη,αυτό καθυστερεί την άνθηση αλλά το φυτό έχει καλύτερη εμφάνιση,πιο γεμάτη, το χειμώνα,και είναι σε καλύτερη κατάσταση για καινούρια βλάστηση μετά απο κλάδεμα.
και μια ποικιλία με άσπρα άνθη lavandula x intermedia eldeweiss βρέθηκε στη Ελβετία το 1880.
και μια ποικιλία με απαλό ροζ χρώμα ανθέων lavandula angustifolia Hidcote pink
Οι λεβάντες  τραβάνε τις μέλισσες και πεταλούδες.


τα άνθη της μέλισσας αρέσουν στις πεταλούδες



και στις μέλισσες επίσης

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2017

      ΔΥΟ  ΕΙΔΗ  ΠΛΑΤΑΝΟΥ  ΚΑΙ  ΕΝΑΣ                         ΩΚΕΑΝΟΣ   ΑΝΑΜΕΣΑ ΤΟΥΣ.
     
       Τα δύο είδη είναι ο Platanus orientalis αυτοφυής στην Ελλάδα και Μικρά Ασία μέχρι την Περσία και ο Platanus occidentalis αυτοφυής στην ανατολική Βόρεια Αμερική ενώ ο ωκεανός είναι ο Ατλαντικός.
    Η αμερικάνικη ήπειρος ανακαλύφθηκε τελευταία φορά από τους ευρωπαϊκούς λαούς, από μια ισπανική ναυτική αποστολή επικεφαλής της οποίας ήταν ο Κολόμβος.Φυτά από την Αμερική ήρθαν στην Ευρώπη και το αντίστροφο.Ο δυτικός πλάτανος (Platanus occidentalis) που είναι το μεγαλύτερο φυλλοβόλο δένδρο στη βόρεια Αμερική γοήτευσε τους Ευρωπαίους αποίκους των ανατολικών ακτών της βόρειας Αμερικής, Βρετανούς και Γάλλους που το μετέφεραν στις πατρίδες τους.Το κλίμα της Βρετανίας και της Γαλλίας δεν είναι όμως κατάλληλο για να ευδοκιμήσει το νέο δένδρο. Για να το καταλάβει κανείς αυτό αρκεί να δει στο χάρτη ότι η Νέα Υόρκη έχει περίπου το ίδιο γεωγραφικό πλάτος με την Λισσαβόνα και την Αθήνα.Μόνο στην νότια Γαλλία μπόρεσε να ευδοκιμήσει. Όταν τα δύο είδη βρέθηκαν μαζί οι σπόροι τους παρήγαγαν και νέους απογόνους που ονομάζονται σήμερα πλάτανος του Λονδίνου (Platanus acerifolia, δηλαδή πλάτανος ο σφενδαμόφυλλος). Για το πώς προέκυψε το είδος αυτό που είναι ενδιάμεσο ανάμεσα τους, αναφέρομαι στην ανάρτηση ο πλάτανος του Λονδίνου.Η εμφάνιση του νέου είδους δεν έγινε αντιληπτή από τους ειδικούς. Ο Αμερικανός  Downing γράφοντας τον 19ο αιώνα αναφέρεται σε δύο ποικιλίες δυτικού πλατάνου εκ των οποίων αυτή με τα φύλλα σαν του  σφενδάμου είναι η καλύτερη.Ο Σκοτσέζος Loudon γράφει για μεγάλα δένδρα δυτικού πλατάνου αναφερόμενος σε δένδρα πλατάνου του Λονδίνου. 

  Εκτός όμως από την μεταφορά των πλάτανων από την μία ήπειρο στην άλλη μεταφέρθηκαν και οι αρρώστιες. Το μεταχρωματικό έλκος του πλατάνου ήταν μια αρρώστια σε απομονωμένες περιοχές της οροσειράς των  Αππαλαχίων σε δένδρα δυτικού πλατάνου. Στις αρχές του 20ου αιώνα άρχισαν να φυτεύονται στις πόλεις  των ανατολικών ακτών της Αμερικής δένδρα πλατάνου του Λονδίνου, καθώς διαπιστώθηκε ότι ευδοκιμούσαν καλύτερα στις συνθήκες των πόλεων. Στις δεκαετίες  του 1920 και 1930 τα δένδρα άρχισαν να προσβάλλονται από την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους που ευνοήθηκε από τα κλαδέματα που γίνονταν και τις πληγές που δημιούργησαν αυτά, αλλά και από οποιαδήποτε μικρή πληγή που μπορεί να δημιουργήσει ένα παιδί με ένα σουγιά. Το αίτιο της ασθένειας εντοπίσθηκε το 1935 και είναι ο μύκητας που σήμερα ονομάζεται ceratocystis platani.Ένας μεγάλος αριθμός δένδρων ξεράθηκε στις πόλεις των ανατολικών ακτών. Στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι Αμερικάνοι ήρθαν στην Ευρώπη και μαζί τους  έφεραν και ξύλινα κιβώτια πυρομαχικών κατασκευασμένα από ξύλο δυτικού πλατάνου μολυσμένο από την μυκητολογική αρρώστια. Στα λιμάνια της Νάπολης και της Μασσαλίας εμφανίστηκε πρώτη φορά η ασθένεια.Έχει επεκταθεί τώρα στην Ιταλία, τη Γαλλία αλλά και την Ελλάδα μέσω εισαγωγής πλάτανου του Λονδίνου από την Ιταλία. 
Κομμένα δέντρα πλάτανου του Λονδίνου για την καταπολέμηση της ασθένειας στο Canal du Midi στην Γαλλία.Υπήρχαν πάνω από 40.000 δέντρα στις όχθες του καναλιού αλλά κάθε χρόνο κόβονται τουλάχιστον 2000.
Στην Σικελία και στην Ελλάδα η ασθένεια έχει διαδοθεί και σε αυτοφυή δένδρα ανατολικού πλάτανου στις όχθες ποταμιών.

Σύμπτωμα του μεταχρωματικού έλκους στον φλοιό πλάτανου.


 Σύμπτωμα σε κομμένο κορμό δένδρου.


Η ασθένεια δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο προληπτικά και με την δημιουργία ανθεκτικών κλώνων πλάτανων για φυτεύσεις στις περιοχές που έχουν προσβληθεί. Μια τέτοια προσπάθεια έχει γίνει στην Γαλλία με την δημιουργία του πρώτου κλώνου της εμπορικής σειράς Platanor, vallis clausa. Χρησιμοποιώντας κλώνους δυτικού πλατάνου που έχουν ανθεκτικότητα στην ασθένεια και είχαν επιλεγεί στην Αμερική, σε διασταυρώσεις με ανατολικούς πλάτανους δημιουργήθηκε ο πρώτος κλώνος πλάτανου του Λονδίνου που έχει ανθεκτικότητα στην ασθένεια και είναι πλέον διαθέσιμος στα φυτώρια της Ιταλίας και Γαλλίας.Θεωρείται ότι η σειρά ανθεκτικότητας στην ασθένεια είναι φθίνουσα από τον δυτικό στον ανατολικό πλάτανο.
Αντίθετη είναι όμως η σειρά ανθεκτικότητας σε μια άλλη μυκητολογική ασθένεια του πλάτανου,την ανθράκνωση, όπου οι δυτικοί πλάτανοι είναι πολύ ευαίσθητοι, ενώ οι ανατολικοί ανθεκτικοί.Στην Αμερική όταν άρχισε να διαδίδεται η χρήση του πλάτανου του Λονδίνου στις αρχές του 20ου αιώνα χρησιμοποιήθηκαν σπορόφυτα και όχι κλώνοι. Έτσι η διάκριση ανάμεσα σε πλάτανο του Λονδίνου και τον δυτικό είναι πιο δύσκολη λόγω της εγγενούς αναπαραγωγής δηλαδή την διασταύρωση πλάτανου του Λονδίνου με τον δυτικό.Η ανθράκνωση του πλάτανου είναι σημαντική ασθένεια στην Αμερική κυρίως στις ανατολικές πολιτείες λόγω και του υγρού κλίματος,  της παρουσίας ευαίσθητων αυτοφυών δυτικών πλάτανων, αλλά και της μεγάλης γενετικής επιρροής του δυτικού πλάτανου στον πληθυσμό των πλάτανων του Λονδίνου στις πόλεις που αποτελείται στις παλαιότερες τουλάχιστον φυτεύσεις από σπορόφυτα. Ένας κλώνος πλάτανου του Λονδίνου επιλέχθηκε από παλιά για την ανθεκτικότητα στην ασθένεια και σήμερα είναι ο πιο διαδεδομένος κλώνος πλάτανου στην Αμερική.Από το 1970 ονομάζεται Bloodgood.
                                    Φλοιός του κλώνου Bloodgood διαδεδομένος στην Αμερική.
  Το National Arboretum ξεκίνησε ένα πρόγραμμα διασταύρωσης του δυτικού πλάτανου με ανατολικούς που εισήχθησαν από την Τουρκία από τους οποίους έγινε επιλογή για την μη εμφάνιση συμπτωμάτων με σκοπό την παραγωγή ανθεκτικών πλάτανων του Λονδίνου στην ανθράκνωση. Προέκυψαν τέσσερις κλώνοι από τους οποίους μετά από δοκιμή δώδεκα χρόνων επιλέχθηκαν δύο κλώνοι ο Columbia και ο Liberty και διατέθηκαν το 1984.
                                   Φύλλωμα και φλοιός δένδρου Columbia.
         Το Morton Arboretum  είχε ένα άλλο πρόγραμμα διασταύρωσης ανατολικού με δυτικό με σκοπό την ανθεκτικότητα στην ανθράκνωση  και στις ζημιές από τον παγετό.Προέκυψαν δύο κλώνοι με εμπορικά ονόματα Exlamation και Ovation.
                           Φύλλωμα του Oviation που θυμίζει ανατολικό πλάτανο.
 Το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας έκανε επιλογή ενός κλώνου ανθεκτικού στο ωίδιο που είναι σημαντικότερο πρόβλημα σε ζεστές και ξηρές περιοχές όπως η Kαλιφόρνια, το Yarwood που εμφανίστηκε το 1978.
Στην Καλιφόρνια πιο ανθεκτικό στη ανθράκνωση είναι το Bloodgood ενώ πιο ανθεκτικό στο ωίδιο το Yarwood.


                                                     Φλοιός του Yarwood.


 Άλλοι κλώνοι μάλλον σπάνιοι στην Αμερική είναι οι Old bones και Metroshade.

                                               Ο εντυπωσιακός φλοιός του Old bones.
     Στην Ευρώπη  πρόσφατα έχουν εισαχθεί οι κλώνοι Malburg, Mister X, Huissen και Alphens Globe ενώ ο κλώνος Tremonia είναι παλαιότερος προερχόμενος από το Dortmunt της Γερμανίας και είναι πιο ορθόκλαδος από τον κλώνο Pyramidalis που πωλείται ως το τυπικό είδος.

Κυριακή 24 Ιουλίου 2016






        ΟΙ ΦΤΕΛΙΕΣ ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ
                      (Ulmus davidiana)

    Όταν η ολλανδική ασθένεια της φτελιάς έφτασε  στην Αμερική αφανίζοντας τις αμερικάνικες   φτελιές (Ulmus americana) μέχρι τότε κυρίαρχο  είδος στις φυτεύσεις σε δρόμους και πάρκα την      προσοχή τράβηξαν ασιατικά είδη που φαίνεται  να έχουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα. Έχουμε  αναφερθεί σε προηγούμενη ανάρτηση στις φτελιές της Σιβηρίας (Ulmus pumila) που όμως      δεν έχουν επιθυμητά χαρακτηριστικά για αστική     χρήση. Έτσι χρησιμοποιήθηκαν διασταυρώσεις  της σιβηρικής φτελιάς με άλλες ασιατικές   φτελιές που χρησιμοποιήθηκαν και στην              Ευρώπη όπως οι κλώνοι Sapporo Autumn Gold,  New Horizon, Rebona.Όμως οι ασιατικές  φτελιές που σήμερα ανήκουν στο είδος Ulmus  davidiana και παλαιότερα ανήκαν στα είδη Ulmus japonica, Ulmus wilsoniana, Ulmus  propinqua και Ulmus davidiana αξίζουν να χρησιμοποιηθούν καθώς έχουν επιθυμητά  χαρακτηριστικά και εφόσον γίνει επιλογή υψηλή   ανθεκτικότητας στην ολλανδική ασθένεια της  φτελιάς αλλά και πολλές φορές μια ομοιότητα         με την αμερικάνικη φτελιά.
Ένα δένδρο φτελιάς την άνοιξη που φυτεύτηκε το 1924 από
 σπόρο που διατέθηκε από το Arnold Arboretum στο Morton Arboretum και είναι το μητρικό δένδρο του κλώνου  Accolade. Tο δένδρο αυτό αποτέλεσε την αφετηρία 
μιας σειράς κλώνων από το Morton Arboretum.

Το μητρικό δένδρο του κλώνου Accolade
 δηλαδή Ulmus Morton
το φθινόπωρο στο Morton Arboretum.

Ένα δένδρο Ulmus Morton με όνομα Accolade το καλοκαίρι
που είναι διασταύρωση του Ulmus wilsoniana
 και Ulmus japonica.

Πρώτα διατέθηκε από το Morton Aboretum 
o κλώνος Triumph που είναι διασταύρωση 
του Vanguard και του Accolade 
και έπειτα ο κλώνος Accolade για 
να ακολουθήσουν έπειτα οι 
κλώνοι Commendation και Danada Charm.



Δένδρο φτελιάς Ulmus Morton Glossy με όνομα Triumph 
Φύλλωμα φτελιάς Ulmus Morton Glossy 
με το όνομα Triumph.





Δένδρα Ulmus morton stalwart με την εμπορική ονομασία Commedation.



Φύλλωμα Ulmus Morton Stalwart με 
ονομασία Commendation.
To είδος Ulmus davidiana var japonica, 
παλαιότερα γνωστό ως Ulmus japonica 
προσέλκυσε το ενδιαφέρον αρχικά 
στον Καναδά  λόγω της αντοχής του 
στο ψύχος αλλά και στην ολλανδική ασθένεια 
της φτελιάς έπειτα από επιλογή. 
Χρησιμοποιείται στην βόρεια Ιαπωνία στους δρόμους έχοντας σχετική ανθεκτικότητα
 στο ψύχος. Έτσι δημιουργήθηκαν
 οι ποικιλίες Jacan,Freedom,Thomson
 και Discovery.
Από αυτές μόνο η Discovery είναι διαδεδομένη 
στα φυτώρια Βόρειας Αμερικής  ενώ 
η Jacan είναι πιο σπάνια.
 Ο κλώνος Discovery προήλθε από
 επιλογή δένδρων φυτείας 
με σπόρο προέλευσης Μαντζουρίας στο
 πειραματικό σταθμό Morden και κριτήρια
 της επιλογής ήταν η ανθεκτικότητα 
στο ψύχος και στην ασθένεια.

Δένδρο Ulmus davidiana var japonica Discovery.
To Natiοnal Arboretum στην Αμερική από 
δένδρα Ulmus wilsoniana φυτεμένα το
 1965 έκανε μια επιλογή το 1975 
που διατέθηκε ως κλώνος το 1990 
με το όνομα Ulmus wilsoniana prospector.


Ulmus wilsoniana prospector

Ο φυτωριούχος Bieberich  έκανε μια επιλογή 
 Ulmus propinqua JFS Bieberich στη δυτική Οκλαχόμα που διατέθηκε 
με το όνομα Emerald Sunshine 
από τα φυτώρια J.Frank Schmidt.
Δένδρο φτελιάς Emerald sunshine το φθινόπωρο.
 
 Τα φυτώρια J.Frank Schmidt έχουν 
άλλη μια επιλογή για το 2017 
την Ulmus davidiana JFS KW2UD 
με το όνομα Greenstone.
Έρχεται το 2017 με το όνομα Greenstone.
Φύλλωμα του κλώνου Greenstone.
Από σπόρο που μάζεψε από την Ιαπωνία ο Heybrook  
το 1977 το ινστιτούτο  Alterra έχει επιλέξει 
τον κλώνο 1204 που θα διαθέσει στο προσεχές μέλλον.

Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

            Ο ΠΛΑΤΑΝΟΣ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ
                      (platanus x acerifolia)
                            Η  ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ
    Ο Πλάτανος ο ανατολικός (Platanus orientalis) είναι αυτοφυής στην Ελλάδα και τη Μικρά Ασία και εμφανίζεται σποραδικά μέχρι και το Κασμίρ της Ινδίας όπου είναι και εκεί διαδεδομένος. Ο πλάτανος χρησιμοποιείτο από την Αρχαιότητα για την σκιά του και διαδόθηκε από τους Ρωμαίους στην Ευρώπη. Ονομάστηκε πλάτανος από τους Έλληνες για την πλατιά του κόμη και orientalis δηλαδή ανατολικός από τον Linnaeus επειδή την εποχή εκείνη η ανατολή ταυτίζονταν με την Οθωμανική αυτοκρατορία που εκτείνονταν από την Βαλκανική  μέχρι την Αραβική Χερσόνησο.  Βρίσκεται κατά μήκος ποταμών όπου καλύπτει τις μεγάλες ανάγκες του σε νερό από τον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα.
Χαρακτηριστικό φύλλο ανατολικού πλατάνου
Ο δυτικός πλάτανος (Platanus occidentalis)  είναι ιθαγενές δένδρο στην ανατολική βόρεια Αμερική. Είναι το υψηλότερο πλατύφυλλο δένδρο της βόρειας Αμερικής όπου συναντάται σε πλατύφυλλα δάση, που φύονται σε πλούσια βαθιά αλλουβιακά εδάφη που αποστραγγίζονται καλά σε υγρό κλίμα.



Φύλλα δυτικού πλάτανου
Ο πλάτανος του Λονδίνου ή πλάτανος  o σφενδαμόφυλλος (Platanus acerifolia) προήλθε από διασταύρωση ανάμεσα στον πλάτανο τον ανατολικό και  τον δυτικό και για την  προέλευση του υπάρχει  μεγάλη σύγχυση. 
Η ανατολική βόρεια Αμερική  τον 17ο και 18ο αιώνα βρισκόταν από την διεκδίκηση δύο μεγάλων δυνάμεων της εποχής, της Γαλλίας και της Βρετανίας. Φυσιοδίφες μετέφεραν σπόρους στις πατρίδες τους, έτσι σπόροι του δυτικού πλάτανου μεταφέρθηκαν σε βοτανικούς κήπους της Βρετανίας και της Γαλλίας.Το κλίμα της Βρετανίας όμως είναι ακατάλληλο για τον δυτικό πλάτανο που θέλει ζεστά καλοκαίρια για να ωριμάσει το ξύλο του και να αντέξει το ψύχος του χειμώνα, λόγω του υψηλότερου γεωγραφικού πλάτους που βρίσκεται η χώρα. Ενώ στη βόρεια Αμερική στο φυσικό του περιβάλλον υπάρχουν τα ζεστά καλοκαίρια. Το 1640 εισήχθη ο δυτικός πλάτανος στην Βρετανία περίπου ένα αιώνα αργότερα από τον ανατολικό. Ήταν πιο γρήγορος στην ανάπτυξη από τον ανατολικό αλλά πιο ευαίσθητος στο κρύο. Τον 18ο αιώνα είχε διαδοθεί περισσότερο από τον ανατολικό αλλά τον Μάιο του 1809 ο παγετός κατέστρεψε τους περισσότερους δυτικούς πλάτανους και τον χειμώνα του 1813-1814 καταστράφηκαν οι υπόλοιποι με αποτέλεσμα ο δυτικός πλάτανος να γίνει σπάνιος σε αντίθεση με τους ανατολικούς που επιβίωσαν.Το 1826 έγινε προσπάθεια να εισαχθεί ξανά ο δυτικός πλάτανος με σπόρο από Αμερική από τον φυτωριούχο Cobert. O Loudon αναφέρει έναν μεγάλο δυτικό πλάτανο που είδε το 1838 από τους ελάχιστους που είχαν επιβιώσει ενώ δεν φαίνεται να γνωρίζει τον πλάτανο του Λονδίνου αν και αναφέρει ότι στην Γαλλία από τους σπόρους του δυτικού παράγουν αμέτρητες ποικιλίες.Μπορεί οι δυτικοί πλάτανοι που επιβίωσαν να ήταν πλάτανοι του Λονδίνου.Τόσο ο ανατολικός όσο και ο δυτικός πλάτανος πολλαπλασιάζονταν  
 με μοσχεύματα  γιατί οι σπόροι δεν μπορούσαν να ωριμάσουν με εξαίρεση τον ανατολικό και αυτό ορισμένες χρονιές που ο καιρός ήταν καλός. Γύρω στα 1830 άρχισαν να εμφανίζονται κλώνοι που ήταν ανθεκτικοί και πωλούνταν ως επιλογές δυτικού πλατάνου. Ο Thomas Rives επέστησε την προσοχή ότι οι πλάτανοι αυτοί δεν ήταν αυθεντικοί δυτικοί πλάτανοι στους Loudon και Lindley αλλά δεν συμφώνησαν μαζί του, όμως το 1856 ο William Hooker διευθυντής των βοτανικών κήπων του Kew σε άρθρο του στο Gardeners Cronicle συμφώνησε ότι ένα δένδρο στον κήπο δεν ανήκε στο είδος του δυτικού πλατάνου.Το 1860 ο Thomas Rivers  σε άρθρο του στο Gardeners Cronicle αναφέρει ότι τα πλατάνια που πωλούνται ως Platanus occidentalis δεν είναι δυτικοί πλάτανοι και αντίθετα  ονομάζονταν από τους Γάλλους φυτωριούχους ως Platanus acerifolia ένα όνομα που είχε χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν για άλλο είδος πλάτανου όπως αναφέρω παρακάτω.  Αλλά το 1881 στο βιβλίο του The Garden ο G.Berry αναφέρεται στους πλάτανους του Λονδίνου ως δυτικούς πλάτανους μια αντίληψη που κράτησε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα ανάμεσα στους φυτωριούχους και συγγραφείς Έτσι όσα γράφονται για προέλευση του σφενδαμόφυλλου πλάτανου από τον βοτανικό κήπο του Kew, τον βοτανικό κήπο της Οξφόρδης ή τους Vauxhall gardens είναι τελείως αναληθή.Αν θα πρέπει να αναζητήσουμε ένα βοτανικό κήπο για την προέλευση του σφενδαμόφυλλου πλατάνου αυτός είναι ο βοτανικός κήπος του Montpellier που είναι ο παλαιότερος της Γαλλίας και ένας από τους μεγαλύτερους της εποχής εκείνης. Δεν γνωρίζω πότε εισήχθη ο δυτικός πλάτανος στην Γαλλία από την Β.Αμερική όμως ο ανατολικός εισήχθη από την Βρετανία το 1754. Πολλοί από τους πρώτους φυσιοδίφες της βόρειας Αμερικής ήταν Γάλλοι και είναι βέβαιο ότι ο δυτικός πλάτανος εισήχθη στους βοτανικούς κήπους αρκετά νωρίς. Όμως ο δυτικός πλάτανος μπορούσε να φυτευτεί και εκτός βοτανικών κήπων και υπάρχουν στην νότια Γαλλία άτομα του δυτικού πλάτανου μεγάλης ηλικίας που είχαν φυτευτεί τον 18ο αιώνα.Αντίθετα τα μεγαλύτερα δυτικά πλατάνια στην Βρετανία έχουν  διαστάσεις μεγάλου θάμνου για δεκαετίες.

Μεγάλο δένδρο platanus occindentalis στην Γαλλία.
Από τούς σπόρους των δένδρων αυτών μπορούν να προκύψουν νέα δένδρα δυτικού πλατάνου αλλά και δένδρα με ενδιάμεσα χαρακτηριστικά, αν υπάρχουν κοντά και δένδρα ανατολικού πλατάνου που ήταν διαδεδομένο δένδρο σκιάς. Αν ονομάζεται πλάτανος του Λονδίνου αυτό οφείλεται στην ευρεία χρησιμοποίηση του στην πόλη αυτή, όπου στις αρχές του εικοστού αιώνα πάνω από το 60% των δένδρων στους δρόμους, τα πάρκα και τα συγκροτήματα κατοικιών  ανήκαν στο είδος αυτό. Τα πλεονεκτήματα του είδους αυτού είναι: η εύκολη αναπαραγωγή του με μοσχεύματα, οπότε παράγονται φυτά με ομοιόμορφα χαρακτηριστικά, η ανθεκτικότητα του σε φυτεύσεις στους δρόμους και το γεγονός ότι η σκόνη από την καύση κάρβουνου ξεπλένεται εύκολα από τη βροχή αφήνοντας τα φύλλα πράσινα και φρέσκα και επιπλέον ο φλοιός του δεν μαυρίζει από την σκόνη κάρβουνου καθώς αποφλοιώνεται αποκαλύπτοντας φρέσκα στρώματα φλοιού. Στο Λονδίνο δεν φυτευόταν πλέον για την σκιά του αλλά για την μεγαλόπρεπη κόμη του.
   
Φύλλο πλάτανου σφενδαμόφυλλου
Μια άλλη χώρα προέλευσης που αναφέρεται είναι η Ισπανία.Αυτό ξεκίνησε από τον Philip Miller όπου στο  Dictionary το 1759 αναφέρεται σε τέσσερα είδη πλατάνου: τον δυτικό, τον ανατολικό, τον σφενδαμόφυλλο και  το ισπανικό πλατάνι  που έχει μεγαλύτερα φύλλα από τα άλλα και είναι ενδιάμεσα  ανατολικού και του δυτικού, με έντονες προεξοχές στις άκρες του,ανοικτό πράσινο, κοντούς μίσχους καλυμμένους με χνούδι. Ο μαθητής του, William Aiton το 1789 στον κατάλογο των φυτών του βοτανικού κήπου του Kew που ήταν διευθυντής, αναφέρει το ισπανικό πλατάνι ως βοτανική ποικιλία του ανατολικού με το όνομα Platanus orientalis acerifolia. Ο διευθυντής του βοτανικού κήπου του Βερολίνου Carl Ludwig Wildenow αναφέρει το Platanus acerifolia ως είδος με προέλευση την Ανατολή.Το ισπανικό πλατάνι που αναφέρουν οι Miller και Aiton δεν μπορεί να είναι το ίδιο με το Platanus acerifolia του Wildenow. Ο φυτογεωγράφος Wildenow ενδιαφέρεται για αυτοφυή φυτά ώστε να αποκτήσουν το status του είδους, και το Platanus acerifolia είναι πιθανόν το πλατάνι της Περσίας και του Κασμίρ που είναι διαφορετικό από το πλατάνι της Ελλάδας το οποίο αναγνωρίζει ως το αληθινό  Platanus orientalis.Το ισπανικό πλατάνι φαίνεται ότι ήταν ένας πληθυσμός μεμονωμένων ατόμων σε καλλιέργεια στην Ισπανία. Το ισπανικό πλατάνι με τα μεγάλα φύλλα πιθανόν να είναι ένα πλατάνι από τις κτήσεις της Ισπανίας στην βόρεια Αμερική .Υπάρχουν αρκετά είδη όπως το Platanus glabrata ,Platanus racemosa, Platanus Wrightii ,Platanus mexicanica.Το πιθανότερο ίσως είναι το πλατάνι της Καλιφόρνιας platanus racemosa  που έχει τα μεγαλύτερα φύλλα από όλα τα πλατάνια και αυτό είναι το χαρακτηριστικό που αναφέρεται ως κύριο στο ισπανικό πλατάνι. Όμως το Platanus racemosa είναι ευαίσθητο στο κλίμα της Βρετανίας και αυτό εξηγεί και την σπανιότητα του. Η Καλιφόρνια  ανήκε τότε στην Ισπανία και έχει το ίδιο κλίμα με αυτήν, και όπως η ελιά Mission που καλλιεργείται ακόμη στην Καλιφόρνια και προέρχεται από την Ισπανία, πιθανόν η αντίστροφη πορεία να έγινε με το πλατάνι της Καλιφόρνιας που ονομάζεται σήμερα Platanus racemosa Το όνομα του το έδωσε το 1841 ο Βρετανός Thomas Nuttall καθηγητής στο πανεπιστήμιο Harvard, που εξερεύνησε την  Άγρια Δύση τις προηγούμενες δεκαετίες. Η επιστήμη την εποχή εκείνη στην Ισπανία βρισκόταν σε μεγάλη καθυστέρηση και έτσι το πλατάνι της Καλιφόρνιας περίμενε την εξερεύνηση από τους Αμερικανούς για να αποκτήσει επιστημονικό όνομα, οι Ισπανοί το ονόμαζαν Aliso. Το όνομα  Platanus orientalis macrophylla έδωσε ο Loudon στο ισπανικό πλατάνι ενώ ο Muenchhausen το 1770 έδωσε το όνομα Platanus hispanica με βάση την περιγραφή του Miller. Πρόκειται βέβαια για μια υπόθεση, είναι όμως φανερό ότι το Platanus hispanica δεν έχει σχέση  με τον πλάτανο του Λονδίνου. Επίσης ο σφενδαμόφυλλος πλάτανος που αναφέρει ο Miller ως τύπο του ανατολικού και ο Platanus acerifolia του Wildenow που αναφέρει ότι προέρχεται από την Ανατολή και ο platanus orientalis acerifolia του Loudon που αναφέρει ως τύπος του ανατολικού που διαφέρει μόνο στα φύλλα δεν έχουν σχέση με τον πλάτανο του Λονδίνου.Έτσι η εμφάνιση του πλάτανου του Λονδίνου μπορεί να μετατεθεί χρονικά στις αρχές του 19ου αιώνα από τον 18ο  ή το 17ο αιώνα. Και  τόσο το όνομα Platanus acerifolia όσο και το όνομα  Platanus hispanica δόθηκαν σε άλλα δέντρα από αυτά για τα οποία το χρησιμοποιούμε σήμερα.Το σωστότερο θα ήταν ίσως το Platanus hybrida του πορτογάλου  Brotero το 1804 στο Flora lusitanicum  που δεν γνωρίζουμε όμως σε ποιο πλατάνι αναφέρεται καθώς αναφέρεται σε κάποιο πλατάνι που είχε εισαχθεί στην Πορτογαλία. 

Φύλλα του Platanus racemosa
Ο φυτωριούχος Rivers σε άρθρο του το 1860  στο περιοδικό Gardeners Cronicle γράφει: ότι Γάλλοι φυτωριούχοι ονομάζουν  Platanus acerifolia το πλατάνι που φυτεύεται στο Λονδίνο και Platanus macrophylla το ισπανικό πλατάνι καθώς  επίσης και ότι οι Γάλλοι επιλέγουν τους κλώνους του Platanus acerifolia με κριτήριο το σχήμα του φύλλου. Αναφέρει τέσσερις κλώνους που αξιολογεί ως καλύτερους  και τα ονόματα που τους δίνουν οι Γάλλοι είναι:  Platanus acerifolia palmata,  Platanus acerifolia palmata superba,  Platanus acerifolia pyramidata που αντιστοιχεί μάλλον στον κλώνο Pyramidalis  και  Platanus acerifolia grandifolia.  Σε άλλο άρθρο το 1866 στο ίδιο περιοδικό ένας ανώνυμος συντάκτης αναφέρει δύο κλώνους που αξίζει να φυτευτούν  περισσότερο,  τον Platanus acerifolia palmata και  τον  Platanus acerfolia pyramidalis. 
   
Φύλλα του κλώνου London. Μια συνηθισμένη ποικιλία στο Λονδίνο
      Ο συντάκτης του aranya.co.uk θεωρεί ότι ο Platanus acerifolia palmata είναι ποικιλία που προωθεί ο Rivers και πιθανολογεί ότι πρόκειται για τον κλώνο Hackney. Για τον Pyramidalis δεν  υπάρχει αμφιβολία πως πρόκειται για τον κλώνο που πλέον σήμερα πωλείται ως Platanus acerifolia χωρίς να αναφέρεται η ποικιλία, ενώ ο κλώνος palmata πιθανόν να είναι σύμφωνα με τον συντάκτη  ο Platanus orientalis Hackney.

Φύλλωμα του κλώνου Westminster.Μια παρόμοια με τον London συνηθισμένη ποικιλία που φυτευόταν τον 19ο αιώνα στο Λονδίνο.
Φύλλωμα Platanus acerifolia pyramidalis που πωλείται συνήθως ως Platanus x acerifolia
  Στην Βρετανία και την Ευρώπη φυτεύονταν συνήθως κλώνοι  σαν Platanus occidentalis ενώ στην Βόρεια Αμερική σπορόφυτα σαν Platanus orientalis.Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για λανθασμένα ονόματα μέχρι να επικρατήσει το Platanus x acerifolia  ή το συνώνυμο του Platanus x hispanica. Η ευρεία διάδοση του οφείλεται στην προσαρμοστικότητα του στα φτωχά  και  συμπιεσμένα εδάφη στους δρόμους με έλλειψη εδαφικού αέρα, την αντοχή του στην ρύπανση που κληρονόμησε από το ανατολικό πλατάνι και στην γρήγορη ανάπτυξη, το μεγάλο ύψος και την ευθύκορμη ανάπτυξη που κληρονόμησε από το δυτικό πλατάνι. Είναι ευρέως διαδεδομένο στους δρόμους των πόλεων στην δυτική Ευρώπη,βόρεια Αμερική, Αυστραλία.

 

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016


                          ΔΕΝΔΡΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
                             ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
      ΕΞΩΤΙΚΑ ΔΕΝΔΡΑ ΣΤΙΣ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΕΣ                                  ΠΟΛΕΙΣ
                                  ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
                      TIPUANA TIPU 
                                ΚΑΙ
              CASSIA LEPTOPHYLLA
         Το δένδρο Tipuana tipu προέρχεται από την νότια Βολιβία, βόρεια Αργεντινή,νότια Βραζιλία,Ουρουγουάη,Παραγουάη.
Εκτός από αυτές τις χώρες φυτεύεται επίσης Ισπανία,Πορτογαλία,Καλιφόρνια,Αριζόνα,Τέξας.
Μοιάζει το φύλλωμα του με την Robinia Pseudoacacia αλλά τα λουλούδια του είναι κίτρινα .
Στην Βαρκελώνη εισήχθη τις δεκαετίες του 20 και 30 μαζί με την γιακαράντα αλλά έχει διαδοδεί περισσότερο από αυτήν στους δρόμους όπου αποτελεί το 4% των δένδρων.Είναι επίσης διαδεδομένο σε όλες τις μεσογειακές πόλεις της Ισπανίας και φυτεύεται πρόσφατα και στην Πορτογαλία ενώ στις νότιες πολιτείες της Αμερικής διαδίδεται λόγω της γρήγορης ανάπτυξης του και της αντοχής του στην ζέστη και την ξηρασία.
 Τα άνθη του Tipuana tipu.
Στην Καλιφόρνια διαδίδεται τα τελευταία χρόνια ένα τροπικό δένδρο από την Βραζιλία γνωστό με το όνομα Gold Medallion tree  η Cassia leptophylla έχοντας αποδειχθεί να προσαρμόζεται στο ζεστό και ξηρό κλίμα της Καλιφόρνιας αλλά και στο χειμωνιάτικο κρύο.Μοιάζει με το Tipuana tipu καθώς έχει το ίδιο φύλλωμα κίτρινα λουλούδια αλλά μικρότερο μέγεθος.
Cassia leptophylla σε waterwise φύτευση.
άνθη του Gold Medallion tree (Cassia leptophylla)
Και τα δύο δένδρα μπορούν να προσαρμοστούν στην νότια Ελλάδα όπου δεν έχουν ακόμη εισαχθεί.  

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

                     ΔΕΝΔΡΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
                              ΜΕΡΟΣ  ΔΕΥΤΕΡΟ
       ΕΞΩΤΙΚΑ ΔΕΝΔΡΑ ΣΤΙΣ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΕΣ                                      ΠΟΛΕΙΣ.
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
   Γιακαράντα (Jacaranda mimosifolia)
Δένδρα Jacaranda mimosifolia ανθισμένα στην Πραιτώρια την πόλη της Γιακαράντας.


  Η γιακαράντα προέρχεται από την Αργεντινή,Ουρουγουάη και Βραζιλία αλλά φυτεύεται και σε άλλες χώρες με ζεστό κλίμα όπως Αυστραλία,ΝότιαΑφρική,Καλιφόρνια,Τέξας,Φλόριντα,Πορτογαλία, Ισπανία,Ιταλία,Ελλάδα.Δεν αντέχει παγετούς κάτω από 7 βαθμούς υπό το μηδέν. Είναι καλύτερα να μην κλαδεύεται καθόλου γιατί παραμορφώνεται το σφαιρικό της σχήμα βγάζοντας σχεδόν κάθετα κλαδιά.Οι ρίζες είναι επιφανειακές δημιουργώντας πρόβλημα σε φυτά κάτω από τα δένδρα.Ανθίζει τέλη άνοιξης αρχές καλοκαιριού αφού έχει ρίξει τα φύλλα του δύο μήνες νωρίτερα.  Στην Ευρώπη τις περισσότερες γιακαράντες έχει η Λισσαβώνα ενώ τις περισσότερες γιακαράντες στον κόσμο η Πραιτώρια στην Νότια Αφρική.

Δρόμος με τράμ και Jacaranda στην Λισσαβώνα

Αλέα με δένδρα Jacaranda mimosifolia στην Πραιτώρια.
Δρόμος της Αθήνας με δένδρα Jacaranda.

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016



               
          ΟΙ  ΣΙΒΗΡΙΚΕΣ  ΦΤΕΛΙΕΣ
   Οι σιβηρικές φτελιές (Ulmus pumila) προέρχονται από την ανατολική Σιβηρία την Μαντζουρία την Κορέα και την βόρεια Κίνα. Το όνομα είναι παραπλανητικό καθώς pumila σημαίνει χαμηλός ενώ οι σιβηρικές φτελιές είναι μεγάλα δένδρα.
Σιβηρική φτελιά (Ulmus pumila)
   Έχουν μεγάλη αντοχή στο κρύο την ζέστη και την ξηρασία. Εισήχθηκαν στην Ισπανία λόγω της αντοχής τους στην ζέστη και την ξηρασία το 17o αιώνα.Στην Βόρεια Αμερική εισήχθηκαν για χρήση στις κεντρικές πολιτείες τον 19o αιώνα για την αντοχή τους στο κρύο και την ξηρασία. Όταν υπήρξε μεγάλο πρόβλημα λόγω αιολικής διάβρωσης και ξηρασίας στις κεντρικές πολιτείες η σιβηρική φτελιά μαζί με την ρωσική ελιά (Eleagnus angustifolia) χρησιμοποιήθηκαν εκτεταμένα σαν ανεμοφράκτες. 
Στην Μαδρίτη το 19o αιώνα η  πεδινή φτελιά ήταν το πιο χρησιμοποιούμενο είδος. Όμως η ξηρασία και η ολλανδική ασθένεια της φτελιάς προκάλεσαν μεγάλες απώλειες και η πεδινή φτελιά αντικαταστάθηκε από την σιβηρική  που έχει ταυτόχρονα ανθεκτικότητα στην ξηρασία και στην ολλανδική ασθένεια της φτελιάς.Σήμερα η σιβηρική φτελιά είναι το πιο χρησιμοποιούμενο είδος στα πάρκα της Μαδρίτης και το δεύτερο πιο χρησιμοποιούμενο στους δρόμους της Μαδρίτης μετά το πλατάνι του Λονδίνου.Περίπου 70.000 δένδρα  φτελιάς υπάρχουν στην Μαδρίτη κυρίως σιβηρικής φτελιάς.Στην Ιταλία εισήχθηκαν μετά την εμφάνιση της ασθένειας για αντικατάσταση της πεδινής φτελιάς ανάμεσα στις άλλες χρήσεις για την υποστήριξη αμπελιών, μια αρχαία πρακτική που συνεχιζόταν ακόμη στην Ιταλία.
   Στην Αμερική έχει γίνει αυτοφυές και διασταυρώνεται φυσικά με την Ulmus rubra όπως και στην Ισπανία όπου έχει διασταυρωθεί φυσικά με την πεδινή φτελιά.Στην Αμερική η χρήση της έχει πλέον περιοριστεί στην ύπαιθρο για ανεμοφράκτες και στις πόλεις για κουρεμένους φυτικούς φράχτες λόγω των αρνητικών χαρακτηριστικών για φυτεύσεις σε δρόμους και πάρκα όπως η μικρή διάρκεια ζωής μεταξύ 25 και 50 ετών οι πολλές προσβολές από έντομα και μύκητες και η αραιή εμφάνιση του φυλλώματος.Ο ειδικός στα ξυλώδη καλλωπιστικά  Dr.Dirr έχει γράψει χαρακτηριστικά ότι αυτό το δένδρο είναι ίσως το χειρότερο και ότι δεν πρέπει να φυτεύεται πουθενά.
Φύλλωμα σιβηρικής φτελιάς.
  Οι Ολλανδοί δεν χρησιμοποίησαν την σιβηρική φτελιά σε διασταυρώσεις καθώς δεν είναι κατάλληλο για το θαλάσσιο κλίμα τους, αντίθετα στηρίχθηκαν στη φτελιά των Ιμαλάιων που φυτρώνει σε μεγάλο υψόμετρο στα Ιμαλάια που δεν όμως κατάλληλη για μεσογειακά κλίματα. 
  Αυτό υπήρξε η αιτία για το ιταλικό πρόγραμμα για την εύρεση ανθεκτικών ποικιλιών φτελιάς. Επιλογή κλώνων σιβηρικής φτελιάς χρησιμοποιήθηκαν για διασταυρώσεις με κλώνους από το ολλανδικό πρόγραμμα,των καινούριων και πιο ανθεκτικών Plantyn και Columella. Ό κλώνοs San Zanobi (FL094) είναι διασταύρωση του Plantyn και του κλώνου Ulmus pumila S15, είναι ένα δένδρο με ευθύ κορμό που μεγαλώνει γρήγορα κατάλληλο για δασοκομία, ο κλώνος Plinio (FL089) είναι διασταύρωση του Plantyn με τον κλώνο Ulmus pumila S02 και έχει πλατιά κόμη που το κάνει κατάλληλο και για καλλωπιστική χρήση. Αδελφικός κλώνος του plinio είναι  ο Arno (FL090) εχει δηλαδη τους ιδους γονείς ενώ ο κλώνος Fiorente (FL109) ειναι διασταύρωση του κλώνου Ulmus pumila S10 με τον κλώνο Ulmus minor c2.

  Το ισπανικό πρόγραμμα έχει παρόμοιες επιδιώξεις ,να δημιουργήσει κλώνους για χρήση σε πόλεις όπως η Μαδρίτη για πάρκα και δρόμους συνδυάζοντας την ανθεκτικότητα της σιβηρικής φτελιάς στην ξηρασία και στην ολλανδική ασθένεια της φτελιάς με τα ωραία χαρακτηριστικά της πεδινής φτελιάς. Οι Ισπανοί αξιολογούν πέντε τέτοιες ποικιλίες.Παράλληλα για χρήση στην ύπαιθρο έχουν επιλέξει επτά κλώνους πεδινής φτελιάς.
    Το 1958 από δένδρα σιβηρικής φτελιάς στο βοτανικό κήπο του πανεπιστημίου Hokkaido της Ιαπωνίας που επικονιάστηκε από γύρη ιαπωνικής φτελιάς παρήχθη μια ομάδα σπόρων από τις οποίες έγινε η επιλογή τού κλώνου   Sapporo Autumn Gold που διατέθηκε από το πανεπιστήμιο Winsconsin της Αμερικής το 1975. Γνώρισε μεγάλη διάδοση στην Αμερική και Ευρώπη καθώς τότε ήταν ο πιο ανθεκτικός κλώνος  με  ευρωπαικό η ιαπωνικό πρόγονο. Στην Βρετανία μια εταιρεία διέθεσε την ποικιλία αυτή δωρεάν σε σχολεία και δήμους στο πλαίσιο προγράμματος για την επιστροφή της φτελιάς στο αστικό τοπίο.
Ulmus Sapporo Autumn gold
Η ποικιλία αυτή παρά την εξαιρετική ανθεκτικότητα της έχει αρκετά από τα προβλήματα της σιβηρικής φτελιάς όπως την αραιή κόμη, την ξήρανση κλαδιών χωρίς λόγο και το αδύνατο ξύλο (κλαδιά σπάνε από τους ανέμους) αλλά και μια βελτίωση στην εμφάνιση σε σχέση με την σιβηρική φτελιά.Το κλάδεμα δεν δημιουργεί ανερχόμενα κλαδιά αλλά κλαδιά που γέρνουν προς τα κάτω κάνοντας δύσκολη την δημιουργία ενός ωραίου σχήματος.  


Αραιή κόμη Φτελιάς Sapporo Autumn Gold
  Η εμφάνιση βελτιώθηκε στις επόμενες ποικιλίες που παρουσίασε το πανεπιστήμιο του Winsconsin με πυκνό φύλλωμα και είναι διασταυρώσεις σιβηρικής φτελιάς και ιαπωνικής φτελιάς την New Horizon και την Rebona. H New Horizon και η Rebona διατίθενται σε πολλές Eυρωπαικές χώρες στην Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Ισπανία,Βρετανία,Αυστρία,Σουηδία.
  Στην Γερμανία,Ολλανδία,Αυστρία  διατίθεται επίσης η Regal που είναι επιλογή του Winsconsin από σπόρους από την Ολλανδία. 'Oλες αυτές μαζί με την Rebella, επίσης επιλογή του ίδιου πανεπιστημίου που είναι διασταύρωση της κινεζικής και της αμερικανικής φτελιάς διατίθενται με την εμπορική ονομασία σειράς Resista. Aποτελούν έτσι εναλλακτική  επιλογή υψηλής η πολύ καλής  ανθεκτικότητας  μέχρι  σήμερα απέναντι στην μοναδική επιλογή υψηλής ανθεκτικότητας του ολλανδικού προγράμματος την επιλογή Columella που είναι όμως πολύ στενής κόμης και με ένα μάλλον ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό που έχει κληρονομήσει από την φτελιά του Exeter ότι δηλαδή τα φύλλα αγκαλιάζουν τα κλαδιά.  Η Sapporo autumn gold, Columella,New Horizon και Rebona βαθμολογούνται με 5 στα 5 ως προς την ανθεκτικότητα στην καταστροφική ασθένεια.


Ulmus New Horizon
Ulmus rebona
Η Regal έχει διαφορετική προέλευση,προέρχεται από διασταύρωση που έγινε στην Ολλανδία του κλώνου Commelin και του κλώνου 215  που είναι μια διασταύρωση Ulmus pumila και Ulmus Hoersholmiensis.Κάποιοι σπόροι δόθηκαν στo Winsconsin και έγινε αυτή η επιλογή.
Ulmus Hoersholmiensis



Ulmus regal
H Cathedral πωλείται στην Αμερική και έχει μεγάλα φύλλα σαν την ιαπωνική φτελιά ενώ η προσδοκία ομοιότητας με την αμερικάνικη φτελιά που δηλώνει το όνομα της δεν πραγματοποιήθηκε όπως άλλωστε έγινε και με την Sapporo Autumn gold και οι δύο  προέρχονται από τους ίδιους σπόρους από το πανεπιστήμιο Hokkaido.Η Cathedral έχει τις ίδιες αδυναμίες αλλά μεγαλύτερα φύλλα.





Ulmus Cathedral
Το 2008 ένα κινέζικο φυτώριο παρουσίασε ένα κλώνο σιβηρικής φτελιάς με κίτρινα φύλλα από την άνοιξη έως το φθινόπωρο.Είναι ένα μικρό δένδρο που ονομάζεται Ulmus Beijing Gold.
 

Φύλλα Ulmus Beijing Gold